Ένα ευχαριστώ…

578899_125602434240341_43657995_nτης Ειρήνης Μηλιαρά

Και τελικά τι μένει στο τέλος της ημέρας; Όλοι τρέχουμε, αγχωνόμαστε για ένα μπράβο, για μία επιβράβευση, για τον εγωισμό μας και μόλις όλα αυτά τελειώσουν ένα κενό. Ένα κενό που το δημιουργούμε εμείς οι ίδιοι γιατί είναι τροφή της αλαζονείας μας.
Άγχος για τη δουλειά, άγχος για τις διαπροσωπικές σχέσεις, άγχος για αυτά που έρχονται, άγχος για αυτά που φεύγουν  Στο τέλος της ημέρας, της εβδομάδας, του μήνα, του χρόνου υπάρχουν στόχοι που έχουν επιτευχθεί και στόχοι που παραμένουν άπιαστα πουλιά. Ποτέ όμως δε λέμε ένα Συνέχεια

“Πίστευε και μη ερεύνα… Είναι χριστιανικό δόγμα;”

πιστη“Η φράση αυτή, πράγματι είναι ένα μυστήριο. Και ο λόγος είναι ο εξής: Αυτοί που τη λένε, αν είναι Χριστιανοί, είναι άνθρωποι είτε αγράμματοι, είτε άσχετοι με τη Χριστιανική πίστη. Αν πάλι τη λέει μη Χριστιανός, (άπιστος ή Προτεστάντης), την αποδίδει στους Χριστιανούς ως μομφή σκοταδισμού. Θέλει να λέει δηλαδή, ότι οι Χριστιανοί πιστεύουν τυφλά σε όσα τους λένε, χωρίς έρευνα, και ότι αυτός είναι ο τρόπος τους. Όμως κανένας από αυτούς δεν ξέρει να μας πει, από πού προκύπτει αυτή η φράση, και αν πράγματι ποτέ οι Χριστιανοί πίστευαν σε κάτι τέτοιο!
Από την άλλη μεριά, όταν ακούμε αυτή τη φράση από Χριστιανούς που γνωρίζουν την πίστη τους, τη λένε μόνο για να μεμφθούν άλλους, ή για να αρνηθούν ότι αυτό είναι ένα Χριστιανικό δόγμα.
Είναι λοιπόν μια φράση τύπου: “ράδιο αρβύλα” που λένε και οι φαντάροι. Τη λένε πολλοί, όμως όλοι τους έχουν μεσάνυχτα για την προέλευσή της, και για την αξιοπιστία της!
Τι συμβαίνει λοιπόν; Πώς είναι δυνατόν, να είναι μια φράση Χριστιανική, αλλά οι Χριστιανοί που γνωρίζουν την πίστη τους, να την αρνούνται; Πώς είναι τότε δυνατόν, αυτοί που τη λένε, να τη Συνέχεια

Μιχαήλ Ακομινάτος “το θρηνητικό τρυγόνι της αιώνιας Αθήνας”…

Μιχαήλ ΑκομινάτοςΟ πικραμένος ονειροπόλος της αρχαιότητας, που είχε μοιρασμένη την καρδιά του στον Χριστό και στον Πλάτωνα. Ένας δεσπότης και συνάμα αρχαίος ρήτορας…

Από την πένα του μοναδικού Φώτη Κόντογλου.

Τούτη η παμπάλαιη και περιβόητη πολιτεία της Αθήνας, που μαζευτήκαμε απ’ Ανατολή και Δύση, από στεριά κι από θάλασσα, ήρθε καιρός που είχε ρημάξει σχεδόν ολότελα, κ’ είχε γίνει σα χορταριασμένο νεκροταφείο. Και πάλι με τα χρόνια ξαναγέμισε ανθρώπους κι άνθισε όπως τώρα. Και πάλι θα ‘ρθει ένας καιρός που θα ξαναρημάξει, κι ας μην το βάζει με το νου του κανένας μας σήμερα. Έτσι γυρίζει η ρόδα του κόσμου.
Η Αθήνα ρήμαξε μαζί με τον αρχαίο κόσμου, που ήταν η κούνια του κ’ η μάνα του. Από τα χρόνια που βασίλευε στην Πόλη ο Ιουστινιανός, η Αθήνα ήτανε ένα ρημάδι. Κανένας δεν συλλογιζόταν πια αυτήν την ξακουστή πολιτεία, γιατί όλα είχανε μετατοπιστεί στην Ανατολή. Κάπου – κάπου ξέπεφτε κατά δώθε κανένας ταξιδευτής, επειδής οι δρόμοι που πηγαίνανε από την Πόλη στην Ιταλία, στην Ιερουσαλήμ και σ’ άλλες μεγάλες και πολυσύχναστες πολιτείες, δεν περνούσανε από την Αθήνα.
Κατά τα 700 μ. Χ, ένας δεσπότης Φράγκος λεγόμενος Μπιλιμπάλντος γράφει δυο λόγια, που δείχνουν πως υπήρχε ακόμα Αθήνα. Ένας Αραβας γεωγράφος Ισταχής λεγόκενος, στα 1000 μ. Χ, γράφει για την Αθήνα πως μαζί με την Ρώμη ήτανε οι μανάδες των Ρουμ (των Ελλήνων) και πως η Αθήνα προ πάντων στάθηκε ο τόπος της σοφίας των Γιουνάν (Ιώνων, Ελλήνων, που ευρήκανε τη φιλοδοφία, και τις επιστήμες. Κι άλλοι Αραβες γράψανε για την Αθήνα σε κείνα τα χρόνια, όπως ο Εδρισής, ο Αμπουλφέδας κι ο Ιμπν – Χαουκάλ, που λέγει την Αθήνα Ιτσχανιγιάχ, δηλαδή πολιτεία των σοφών Ελλήνων. Πλην αυτά τα γράφανε για την πεθαμένη Αθήνα, γιατί η ζωντανή ήτανε ένα χωριό ελεεινό και τρισάθλιο.
Οι Σταυροφόροι δεν ξέρανε καν τ’ όνομα της Αθήνας, ούτε οι άλλοι χατζήδες που πηγαίνανε χιλιάδες στον Άγιο Τάφο. Κατεβαίνανε από τα βορινά μέρη και Συνέχεια