
Όλοι στην Πόλη έστρεψαν το βλέμμα τους στον τρούλο της Αγιάς Σοφιάς και ανατρίχιασαν.
Τα παράξενα φώτα προάγγελος της απωλείας μας. «Η Χάρις φεύγει από την Βασιλεύουσα…» Είπαν οι Γέροντες όταν είδαν τα παράξενα φώτα να απομακρύνονται από τον τρούλλο της Μεγάλης Εκκλησίας και να υψώνονται στον ουρανό.
Τα παράξενα φώτα προάγγελος της απωλείας μας. «Η Χάρις φεύγει από την Βασιλεύουσα…» Είπαν οι Γέροντες όταν είδαν τα παράξενα φώτα να απομακρύνονται από τον τρούλλο της Μεγάλης Εκκλησίας και να υψώνονται στον ουρανό.
«ταχὺ εἰσάκουσόν μου, Κύριε, ἐξέλιπε τὸ πνεῦμά μου· μὴ ἀποστρέψῃς τὸ πρόσωπόν σου ἀπ’ ἐμοῦ».
Στα τείχη του θανάτου η Ρωμιοσύνη αντιστέκεται ηρωικά μαχόμενη. Τόσους αιώνες έμεινε ζωντανή νικώντας ορατούς και αόρατους εχθρούς. Τα τείχη ραγίζουν από τον κανονιοβολισμό και το καταφύγιο των απανταχού Χριστιανών διαρραγίζει. Υψώνονται τα λάβαρα της Αγίας Πίστης, υψώνονται στον Ουρανό της Βασιλέυουσας οι δικέφαλοι Αετοί. Στην τελευταία επίθεση θα νικήσουμε ή θα πεθάνουμε μαζί με την Αυτοκρατορία.
«ἐξαπόστειλον τὴν χεῖρά σου ἐξ ὕψους, ἐξελοῦ με καὶ ρῦσαί με ἐξ ὑδάτων πολλῶν, ἐκ χειρὸς υἱῶν ἀλλοτρίων».
Με μανία φοβερή πέφτουν σαν χείμαρρος σκοτεινός επάνω μας να μας κατασφάξουν και όσοι παραμένουμε ζωντανοί Συνέχεια