Αναμνήσεις από τα Θεοφάνεια και τον Αγιασμό των υδάτων στο χωριό… με Πίστη στο θαύμα

 

 

Θυμάμαι…

(πώς να το ξεχάσω;…)

σαν να το βλέπω μπρος στα μάτια μου.

Φώτα- Θεοφάνεια, ο αγιασμός των υδάτων στο χωριό,

στην κεντρική βρύση…

(ορεινό το χωριό, χωρίς ποτάμια ή λίμνη ή θάλασσα για να ρίξει ο παπάς το Σταυρό- γι’ αυτό και στην πηγή του νερού τελούνταν η ακολουθία).

Και οι γριούλες, ολοχρονίς με τα μαύρα ρούχα και τα τσεμπέρια στο ολόλευκο κεφάλι,

έρχονταν με τα “γκούμια” (μεταλλικά παγούρια) στη βρύση του χωριού,

για να παραβρεθούν στην ακολουθία του Μεγάλου Αγιασμού

και να πάρουν από το αγιασμένο νερό, για να τα μεταφέρουν στο σπιτικά τους…

 

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΕΔΩ

Φώτα- Ολόφωτα (διήγημα Αλεξ. Παπαδιαμάντη)

Φώτα- Θεοφάνεια  σήμερα…και αξίζει να θυμηθούμε και να διαβάσουμε ένα από τα λιγότερα γνωστά διηγήματα του κυρ- Αλέξανδρου, που ωστόσο είναι γραμμένο με ιδιαίτερη ευαισθησία. Περιγράφει με καταπληκτικές εικόνες σκηνές οικογενειακής ζωής: τη γέννηση ενός βρέφους, τα έθιμα που γινόταν στα νεογέννητα, αλλά και τη σχέση πεθεράς και νύφης, τη σχέση μητέρας- γιου…Αγγίζει τις ψυχές όλων . Ας το απολαύσουμε…

Γιώργος Κόρδης,  Τα πάθια κι οι καημοί

ένα μικρό απόσπασμα:

Ἐκινδύνευε νὰ βυθισθῇ εἰς τὸ κῦμα ἡ μικρὴ βάρκα τοῦ Κωνσταντῆ τοῦ Πλαντάρη, πλέουσα ἀνάμεσα εἰς βουνὰ κυμάτων, ἕκαστον τῶν ὁποίων ἤρκει διὰ νὰ ἀνατρέψῃ πολλὰ καὶ δυνατὰ σκάφη καὶ νὰ μὴ ἀποκάμῃ, καὶ εἰς ἀβύσσους, ἑκάστη τῶν ὁποίων θὰ ἦτο ἱκανὴ νὰ καταπίῃ ἑκατὸν καράβια καὶ νὰ μὴ χορτάσῃ. Ὀλίγον ἀκόμη καὶ θὰ κατεποντίζετο. Ἄγριος ἐφύσα βορρᾶς, ὀργώνων βαθέως τὰ κύματα, καὶ ἡ μικρὰ φελούκα, διὰ νὰ μὴν ἀρμενίζῃ κατεπάν᾽ τὸν ἀέρα, εἶχε μαϊνάρει* τὸ πανί της, καὶ εἶχε μείνει ξυλάρμενη* καὶ ὠρτσάριζε* κ᾽ ἐδοκίμαζε νὰ κάμῃ βόλτες*. Τοῦ κάκου. Μετ᾽ ὀλίγον ἡ θάλασσα ἐπῆρε τὸν ἐλεεινὸν φελλὸν εἰς τὴν ἐξουσίαν της, καὶ ὁ ἄνεμος τὸν ἔσυρεν ἐδῶ κ᾽ ἐκεῖ, καὶ ὁ Κωνσταντὴς ὁ Πλαντάρης ἐξέμαθεν εἰς τὴν στιγμὴν ὅσας βλασφημίας ἤξευρε καὶ ἠσχολεῖτο νὰ κάμῃ τὴν προσευχήν του, ἐνῷ ὁ μικρὸς σύντροφός του, ὁ ναύτης Τσότσος, νέος δεκαεπτὰ χρόνων, ἐγδύνετο καὶ ἡτοιμάζετο νὰ πέσῃ εἰς τὴν θάλασσαν, ἐλπίζων νὰ σωθῇ κολυμβῶν, καὶ ὁ μόνος ἐπιβάτης των, ὁ ζῳέμπορος Πραματής, ἔκλαιε καὶ εὕρισκεν ὅτι δὲν ἤξιζε τὸν κόπον ν᾽ ἀρμενίσῃ τις τόσην θάλασσαν διὰ νὰ πνιγῇ, ἀφοῦ ἡ γῆ ἦτο ἱκανὴ νὰ σκεπάσῃ μὲ τὸ χῶμά της τόσους καὶ τόσους.

 

ολόκληρο το κείμενο ΕΔΩ

 

Τὰ Θεοφάνεια στά Φάρασα τῆς Καππαδοκίας

Ἀπὸ τὸ βιβλίο: «Τὰ Φάρασα τῆς Καππαδοκίας» μνῆμες Φαρασιωτῶν Γερόντων,
ἔκδοση Ἱ. Ἡσυχαστηρίου «Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου» Σουρωτὴ Θεσσαλονίκης
Τὰ Θεοφάνεια – Μικρὰ Φῶτα 
Τὴν παραμονὴ τῶν Θεοφανείων οἱ Βαρασιῶτες τὴν ἔλεγαν «Μουτσούκκα Φῶτα», δηλαδὴ Μικρὰ Φῶτα. Πρωὶ-πρωί, νύχτα ἀκόμη, πήγαιναν στὴν ἐκκλησία, ὅπου γινόταν ὁ Ἁγιασμός. Ἔπιναν Ἁγιασμὸ καὶ ἔπαιρναν καὶ στὰ σπίτια τους, γιὰ νὰ ραντίσουν. Ἔβαζαν καὶ στὶς ποτίστρες, γιὰ νὰ πιοῦν καὶ τὰ ζωντανά τους. Μέχρι τὸ βράδυ τὸν τελείωναν. Πολλοὶ ἐκείνη τὴν ἡμέρα λούζονταν, γιατί πίστευαν πὼς ἔτσι δὲν θὰ εἶχαν πονοκέφαλο ὅλον τὸν χρόνο.