Μεσοπεντηκοστή: η σημασία της εορτής και ο εορτασμός της Μεγάλης Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως

Η αγια Σοφιά στην Κωνσταντινούπολη πανηγύριζε την ημέρα της Μεσοπεντηκοστής

Ναός της του Θεού Σοφίας

Σε λίγους πιστούς είναι γνωστή η εορτή, αυτή. Εκτός από τους ιερείς και μερικούς άλλους χριστιανούς, που έχουν ένα στενότερο σύνδεσμο με την Εκκλησία μας, οι περισσότεροι δεν γνωρίζουν καν την ύπαρξή της. Λίγοι είναι εκείνοι που εκκλησιάζονται κατ’ αύτη και οι περισσότεροι δεν υποπτεύονται καν, ότι την Τετάρτη μετά την Κυριακή του Παραλύτου πανηγυρίζει η Εκκλησία μία μεγάλη δεσποτική εορτή, την εορτή της Μεσοπεντηκοστής.

Και όμως κάποτε αυτή η εορτή  ήταν η μεγάλη εορτή της Μεγάλης Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως και συνέτρεχαν κατ’ αυτή στον μεγάλο ναό πλήθη λαού.

η συνέχεια ΕΔΩ

Σε μια μέρα… πανστρατιά μαρτύρων (24 Μαΐου)

.

Μια χαρούμενη συντροφιά από νέους διασχίζει τους δρόμους της πόλης τούτο το πρωινό. Οι στρατιωτικές τους στολές τονίζουν τη ζωηρή συζήτηση, που έχει ανάψει ανάμεσά τους. Η ικανοποίηση κι ο ενθουσιασμός, που πλημμυρίζουν την καρδιά τους, δεν μπορούν να κρυφτούν. Πώς είναι δυνατόν να κρυφτούν μετά από ένα τέτοιο θαύμα, που αντίκρυσαν, πριν λίγο;

Ιερή αγανάκτηση γέμισε η ψυχή του στρατηλάτη Μελέτιου, ενός απ’ τη συντροφιά, όταν αντίκρυσε τους ψεύτικους θεούς των ειδώλων.«Πόσες ψυχές δεν παρασύρονται στην πλάνη απ’ τη λατρεία τους», σκέφτηκε!

Η αγανάκτησή του έγινε πύρινη προσευχή στον Παντοδύναμο Θεό των Χριστιανών. Κι αμέσως τα είδωλα σωριάστηκαν σ’ ερείπια κι ο ναός γέμισε σκόνη!

***

Μελέτιος, Ιωάννης και Στέφανος τα ονόματά τους. Είναι οι τρεις φλογεροί Χριστιανοί, που γκρέμισαν και εξευτέλισαν τα είδωλα.

Συνέχεια

“Μακαρισμοί” των γονέων και των παιδιών

Από το κεφάλαιο “Μακαρισμοί”, από το βιβλίο “Επιστολές”  του αγίου γέροντος Παϊσίου:

.

famaimsim2

.

Μακάριοι οί γονείς πού δεν χρησιμοποιούν τήν λέξη «μή» στά παιδιά τους, αλλά τά φρενάρουν από τό κακό μέ τήν αγία τους ζωή, τήν οποία μιμούνται τά παιδιά, καί ακολουθούν τόν Χριστό μέ πνευματική λεβεντιά χαρούμενα.
* *

.

η συνέχεια ΕΔΩ

.

Όταν αλλάζει το σκηνικό

του πατρός Δημητρίου Μπόκου.

α. Οἱ θλίψεις

Δὲν ξέρω πῶς βρέθηκα ἐδῶ.
Ἔτρεχα πανευτυχής!
Μὲ τὸ καπέλο στὸ δεξί μου χέρι,
πίσω ἀπὸ μιὰ πεταλούδα φωσφορίζουσα,
ποὺ μ’ ἔκανε τρελὸ ἀπὸ χαρά.
Καὶ ξάφνου γκάπ, σκοντάφτω.
Καὶ δὲν ξέρω τί ἔγινε ὁ κῆπος!
Τὸ σκηνικὸ ἄλλαξε ἐντελῶς:
Αἷμα κυλᾶ ἀπὸ τὸ στόμα καὶ τὴ μύτη μου.
Εἰλικρινὰ δὲν ξέρω τί συνέβη.
Ἢ σῶστε με ἀμέσως,
ἢ φυτέψτε μου μιὰ σφαίρα στὸν αὐχένα!

Μ’ αὐτὰ τὰ λόγια ὁ Χιλιανὸς (ἀντι)ποιητὴς Νικάνωρ Πάρρα στὸ ἔργο του «Ποιήματα ἐπείγουσας ἀνάγκης» περιγράφει τὸν ἄνθρωπο πού, κυνηγώντας τὴν οὐτοπία μιᾶς ξένοιαστης, χαρούμενης ζωῆς, βρίσκεται ξαφνικὰ ἀνέτοιμος καὶ ἀπελπιστικὰ ἀνίσχυρος μπροστὰ σὲ ὅ,τι συνιστᾶ τὴν ἀνατροπὴ τοῦ ὀνείρου του: στὴν εἰσβολὴ τοῦ πόνου στὴ ζωή του.

Συνέχεια

%d ἱστολόγοι ἔχουν δηλώσει ὅτι αὐτὸ τοὺς ἀρέσει: