– π. Δημητρίου Μπόκου.
Ο Ιώβ (6 Μαΐου) ήταν άνθρωπος άμεμπτος απέναντι στον Θεό και στους ανθρώπους. Ο ίδιος ο Θεός αποφάνθηκε ότι δεν υπήρχε πάνω στη γη πιο ενάρετος και θεοσεβής άνθρωπος από αυτόν. Ο Σατανάς όμως αντέταξε ότι η αρετή του Ιώβ δεν είναι γνήσια. Κατά τη γνώμη του, ο Ιώβ σεβόταν τον Θεό, επειδή έλαβε από αυτόν πολλά αγαθά. Ο Ιώβ είχε επτά χιλιάδες πρόβατα, τρεις χιλιάδες καμήλες, χίλια βόδια και πεντακόσια γαϊδούρια. Για τη φύλαξή τους είχε τεράστιο αριθμό υπηρετών. Είχε επίσης αποκτήσει και δέκα παιδιά, επτά γιους και τρεις θυγατέρες.
Για να φανεί ότι η αρετή του Ιώβ είναι αληθινή και δεν εξαρτάται από τα αγαθά του, ο Θεός έδωσε την άδεια στον Σατανά να τον δοκιμάσει. Έτσι λοιπόν σε μία και μόνο μέρα ο δίκαιος Ιώβ έλαβε απανωτά, τη μία πάνω στην άλλη, τις χειρότερες ειδήσεις. Οι ληστές άρπαξαν τα βόδια και τα γαϊδούρια του, σκοτώνοντας τους υπηρέτες. Φωτιά που έπεσε από τον ουρανό κατέκαψε τα πρόβατα, τις καμήλες και τους βοσκούς. Σφοδρός άνεμος από την έρημο γκρέμισε το σπίτι του μεγάλου του γιου. Όλα τα παιδιά του Ιώβ, που έτρωγαν και έπιναν μέσα, σκοτώθηκαν.
Όταν ο Ιώβ άκουσε και το τελευταίο νέο, σηκώθηκε, έσχισε τα ρούχα του και έκοψε τα μαλλιά του, για να δείξει, κατά το έθιμο της εποχής, το μεγάλο του πένθος. Στη συνέχεια όμως έπεσε στο έδαφος, προσκύνησε τον Κύριο και είπε: «Εγώ γυμνός βγήκα από την κοιλιά της μητέρας μου, γυμνός και θα απέλθω από τον κόσμο αυτόν στον τάφο. Ο Κύριος έδωκε τα δώρα του, ο Κύριος τα αφαίρεσε. Όπως φάνηκε αρεστό στον Κύριο, έτσι και έγινε. Ας είναι δοξασμένο το όνομα του Κυρίου στους αιώνες». Έτσι σε όλες αυτές τις συμφορές που τον βρήκαν, ο Ιώβ δεν αμάρτησε καθόλου ενώπιον του Κυρίου. Δεν έκαμε καμμιά ανόητη ενέργεια απέναντί του. «Ουκ έδωκεν αφροσύνην τω Θεώ».
Στη συνέχεια της δοκιμασίας του φάνηκε ακόμα καθαρώτερα η γνησιότητα της ευσέβειάς του. Διότι ο διάβολος ζήτησε την άδεια να του αφαιρέσει και την υγεία του και, αφού ο Θεός το επέτρεψε, χτύπησε τον Ιώβ με το χειρότερο έλκος, πιθανόν με λέπρα. Αποτέλεσμα: Ο Ιώβ εξορίσθηκε και από την ανθρώπινη κοινωνία. Έμεινε μόνος και έρημος να ξύνει τις πληγές του με ένα όστρακο πάνω σε ένα σωρό κοπριάς. Η δοκιμασία του μάλιστα εντάθηκε από την ίδια τη γυναίκα του, που αντί να τον στηρίζει ψυχολογικά, τον παρότρυνε να βλασφημήσει τον Θεό και ας πέθαινε κατόπιν.
Τότε ο Ιώβ διόρθωσε τον λανθασμένο της λογισμό με τα θαυμάσια λόγια του: «Γιατί μίλησες σαν μια απ’ τις ανόητες γυναίκες; Αν δεχθήκαμε ευχαρίστως τα καλά από τον Κύριο, δεν θα υπομείνουμε και τα κακά;» Και έτσι, παρά τις τόσες συμφορές που του συνέβησαν, κανένα παράπονο δεν βγήκε από τα χείλη του Ιώβ εναντίον του Θεού. Δεν αμάρτησε καθόλου απέναντί Του. Τελικά ο Θεός τον αποκατέστησε πλήρως, χαρίζοντάς του την υγεία και διπλάσια αγαθά από ο,τι είχε πρώτα. «Ο Κύριος ευλόγησε τα έσχατα Ιώβ ή τα έμπροσθεν». Μετά τη δοκιμασία του τον ευλόγησε περισσσότερο. Τα κοπάδια του πλήθυναν. Είχε τώρα δεκατέσσερες χιλιάδες πρόβατα, έξι χιλιάδες καμήλες, δυό χιλιάδες βόδια και χίλια γαϊδούρια. Και το σπουδαιότερο, απέκτησε επτά νέους γιους και τρεις θυγατέρες. Και δεν βρέθηκαν στη γη, κάτω απ’ τον ουρανό, ωραιότερες γυναίκες από τις θυγατέρες του Ιώβ. Μα ο Θεός του έδωσε και χρόνια ζωής, για να χαρεί τα καλά όλα που του χάρισε. «Έζησε δε Ιώβ μετά την πληγήν έτη εκατόν εβδομήκοντα, τα δε πάντα έτη έζησε διακόσια
τεσσαράκοντα• και είδεν Ιώβ τους υιούς αυτού και τους υιούς των υιών αυτού, τετάρτην γενεάν» (Ιώβ, κεφ. 1, 2 και 42).
Όμως εμείς; Πως αντιδρούμε, όταν οι δοκιμασίες μας επισκέπτονται; Δοξάζουμε τότε τον Θεό, ή αμέσως στρεφόμαστε εναντίον του με «δικαιολογημένη» αγανάκτηση; Εγείρουμε το τόσο «δίκαιο» κατά τη γνώμη μας «γιατί», η τον ευχαριστούμε «εν παντί» (Α Θεσ. 5, 18), σε κάθε περίσταση, είτε ευχάριστη είτε δυσάρεστη; Παραδίδουμε με απόλυτη εμπιστοσύνη τον εαυτό μας στα χέρια του; Για να μας καθοδηγεί Εκείνος προς το αληθινό μας συμφέρον με τη βαθειά του σοφία και την απέραντη αγάπη του για μας;
Καιρός να ενστερνισθούμε την κρυστάλλινη σκέψη του Ιώβ, που αν και έζησε στην πολύ μακρινή «προ της χάριτος» εποχή, διέβλεπε το θέλημα του Κυρίου πολύ πιο φωτεινά από εμάς.
.
ΤΑ ΔΩΡΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
Στη δραματική ιστορία του Ιώβ, αξίζει να προσέξουμε ιδιαίτερα τη νηφάλια τοποθέτησή του ενώ δοκιμάζεται σκληρά, τη στιγμή δηλαδή που έχει χάσει την αμύθητη περιουσία του, τα δέκα παιδιά του, αλλά και την πολύτιμη υγεία του. Η στάση του αποτελεί μοναδικό διαχρονικό παράδειγμα, ικανό να εμπνέει και τον άνθρωπο της μετά Χριστόν εποχής. Ο Ιώβ γνωρίζει καλά τους όρους μιας ισορροπημένης σχέσης μεταξύ ανθρώπου και Θεού και διαζωγραφεί τις άριστες πνευματικές αρχές που πρέπει να τη διέπουν. Τα λόγια του, όταν πληροφορήθηκε τις μεγάλες του συμφορές, είναι χαρακτηριστικά: «Ο Κύριος τα έδωσε, ο Κύριος τα αφαίρεσε. Όπως φάνηκε καλό στον Κύριο, έτσι και έγινε. Ας είναι ευλογημένο το όνομα του Κυρίου στους αιώνες».
Θεωρεί λοιπόν ότι όλα του τα αγαθά ανήκουν στον Κύριο. Δεν αποτελούν δική του ιδιοκτησία. Αυτός είχε γεννηθεί από τη μητέρα του γυμνός. Χωρίς να φέρει τίποτε δικό του στον κόσμο. Ο,τι είχε και δεν είχε ήταν δώρο του Θεού. Ο Κύριος θέλησε και του τα έδωσε. Ο Ιώβ δεν τα οικειοποιείται. Αναγνωρίζει τον πραγματικό κύριό τους. Δεν σφετερίζεται την ιδιοκτησία του Κυρίου του. Γνωρίζει ότι «του Κυρίου είναι η γη και το πλήρωμα αυτής», όσα δηλ. τη γεμίζουν (Ψαλμ. 23, 1). «Αυτού εστιν η θάλασσα και αυτός εποίησεν αυτήν και την ξηράν αι χείρες αυτού έπλασαν». Επομένως αυτός είναι αποκλειστικός «Κύριος και Βασιλεύς μέγας επί πάσαν την γην» (Ψαλμ. 94, 3-5). Έχει την απόλυτη κυριότητα. Ο κόσμος ολόκληρος με ο,τι τον γεμίζει ανήκουν σ’ αυτόν. Είναι «κληρονομία Κυρίου».
Ο Ιώβ γνωρίζει ότι ο Κύριος του εμπιστεύτηκε ένα μέρος από την κληρονομιά του αυτή προσωρινά. Για να τη διαχειρισθεί σωστά. Για τις ανάγκες τις δικές του και των συνανθρώπων του. Μόνο ως διαχειριστή του Θεού βλέπει τον εαυτό του. Ως οικονόμο μέχρι ορισμένη προθεσμία. Ποτέ ως ιδιοκτήτη. Αναγνωρίζει πρόθυμα, ότι είναι στην απόλυτη δικαιοδοσία του Κυρίου να κάνει ο,τι θέλει με την κληρονομιά του. Να τη δωρίζει όπου και όποτε θέλει και πάλι να την αποσύρει κατά τη δική του βούληση. «Ως τω Κυρίω έδοξε, ούτω και εγένετο». Ο,τι δηλαδή αποφασίζει ο Κύριος σχετικά με την ιδιοκτησία του, είναι καλά καμωμένο. Να είναι ευλογημένο λοιπόν το όνομά του στους αιώνες.
Ο Ιώβ γνωρίζει επίσης καλά ότι δεν μπορεί να εγείρει δικαιώματα σε ξένη περιουσία. Γι’ αυτό και δεν επαναστατεί καθόλου σε καμμιά απόφαση του Κυρίου. Η σχέση του με τον Θεό είναι βαθύτερη. Δεν εξαρτάται από τα δώρα που λαμβάνει, γι’ αυτό και δεν χάνεται όταν τα δώρα αυτά ανακαλούνται πίσω. Ο Ιώβ βλέπει τον Θεό και όχι τα δώρα του. Τον Κτίστη και όχι την κτίση. Η σχέση του δεν είναι εμπορικό αλισβερίσι. Δούναι και λαβείν. Να δίνει, μόνο αφού πάρει. Αποβλέπει σε κάτι σημαντικώτερο.
Γνωρίζει ότι αυτό που αξίζει είναι ο Θεός και όχι τα δώρα του. Αυτός είναι το όντως εφετόν. Ο μόνος που αξίζει να αγαπιέται. Ο Ιώβ δεν θεωρεί συμφορά του την απώλεια των δώρων του Θεού. Αλλά το να χάσει τον ίδιο τον Θεό. Γι’ αυτό και συνεχίζει να ευλογεί και να αγαπά ακλόνητα τον Θεό και μετά τη στέρηση των δώρων του. Η αγάπη του Ιώβ είναι γνήσια. Η ευσέβειά του αληθινή.
.
(Συνεχίζεται….)
Από το περιοδικό: (ΛΥΧΝΙΑ ΝΙΚΟΠΟΛΕΩΣ, αρ. φ. 382, Μάιος 2015, επηυξημένο)
Αντιυλη
Ι. Ναός Αγ. Βασιλείου, 481 00 Πρέβεζα
.
ευχαριστούμε πολύ τον π. Δημήτριο Μπόκο για την αποστολή του κειμένου. ιστολόγιο “Αντέχουμε…”