Τον Άγιο Ιωάννη τον Pώσσο, ο Γέροντας τακτικά τον επισκεπτόταν, κυρίως πηγαίνοντας για την Αθήνα για τους γιατρούς που τον παρακολουθούσαν.
Κάποτε πήγα έλεγε ο γέροντας και βλέπω τον άγιο ζωντανό μέσα στη λάρνακά του.
Του λέω.
– Άγιε μου πως περνούσες στη Μικρά Ασία, τι αρετές είχες και αγίασες;
Ο Άγιος μου απάντησε.
-Μέσα στη σπηλιά που ήταν στάβλος κοιμόμουνα και με τα άχυρα σκεπαζόμουνα τον χειμώνα για να μην κρυώνω.
Είχα και την ταπείνωση και την πίστη.
Σε λίγο μου λέει.
-Περίμενε, πάτερ Ιάκωβε, γιατί ήρθαν τώρα δυο άνθρωποι και με παρακαλούν για ένα παιδί άρρωστο.
Περίμενε να πάω να βοηθήσω.
Ξαφνικά άδειασε η λάρνακα γιατι ο Άγιος έφυγε. Σε λίγη ώρα ξαναγύρισε, δεν τον είδα πως γύρισε,
αλλά τον είδα να τακτοποιείται μέσα στη λάρνακα του σαν ένας άνθρωπος.