Ο Άγιος Νεομάρτυρας Κυπριανός († 5 Ιουλίου)

Άγιος Κυπριανός ο νέος οσιομάρτυρας

Μαρτύρησε στην Κωνσταντινούπολη στις 5 Ιουλίου 1679 

Ο Άγιος καταγόταν από το χωριό Κλειστός της Ευρυτανίας. Εκεί έμαθε τα ιερά γράμματα και σε νεαρή ηλικία έγινε μοναχός και αξιώθηκε και του χαρίσματος της ιερωσύνης. Κατόπιν πήγε στο Άγιον Όρος, όπου εγκαταστάθηκε μαζί με άλλους δύο μοναχούς στο Κουτλουμουσιανό κελί του Αγίου Γεωργίου. Στο Άγιον Όρος ζούσε με άκρα άσκηση και καθαρότητα. Όμως μέσα στην καρδιά του άναψε ο θείος πόθος , υπέστη την καλή αλλοίωση και θεωρούσε ότι η νηστεία, η αγρυπνία, τα δάκρυα, το πένθος, η ακτημοσύνη και συνολικά κάθε αρετή ήσαν ανάξια προσφορά στον Χριστό και ότι το μόνο αντάξιο της αγάπης του Χριστού, που θυσιάστηκε για μας , ήταν το να χύσει το αίμα του γι’ Αυτόν.

Οι πατέρες του Όρους που τους φανέρωνε τον σκοπό του τον εμπόδιζαν, φοβούμενοι την ασθένεια της σαρκός αλλά ο μακάριος , μην υπομένοντας πλέον τον υπέρ του Χριστού διακαή έρωτα ,έφυγε από το Άγιο Όρος και ήρθε στη Θεσσαλονίκη , όπου παρουσιάστηκε μπροστά στον Τούρκο δικαστή.

Συνέχεια

“Κάψα”-για τον καύσωνα του καλοκαιριού (του Φ. Κόντογλου)

cebacf8ccebdcf84cebfceb3cebbcebfcf85

από το βιβλίο “Το Αϊβαλί η πατρίδα μου”

ένα “δροσερό” κείμενο- πόσο διαφορετικά δεχόταν και αντιμετώπιζε τον καύσωνα ο Φ. Κόντογλου

Όλα τα έργα του Θεού είναι βλογημένα. Τότε που έκανε τον κόσμο, είδε πως είναι πολύ καλά όσα έκανε. «Και είδεν ο Θεός πάντα όσα εποίησεν και ιδού καλά λίαν.¨ Και το κρύο και η ζέστη. Κι η καλωσύνη κ΄ η φουρτούνα , κι ο χειμώνας και το καλοκαίρι, κι η δροσιά και η πάχνη.

Αληθινά, όλα είναι καλά. Γι΄ αυτό καιλέει ο Δαβίδ: «Αινείτε τον Κύριον επί της γης, δράκοντες και πάσαι άβυσσοι. Πυρ, θάλασσα ,χιών, κρύσταλλος, πνεύμα καταιγίδος, τα ποιούντα τον λόγον αυτού. Τα όρη και πάντες  βουνοί,  ξύλα καρποφόρα και πάσαι κέδροι».

η συνέχεια ΕΔΩ

Οι πέτρες: Πρώτη σύσταση, στερνό απομεινάρι της γης… (Φώτης Κόντογλου)

 Σχετική εικόνα

 

Πέτρες! Τί εἶναι οἱ πέτρες; Πέτρες! Δηλαδή, τίποτα! Ποιὸς δίνει σημασία σ᾿ αὐτές; Ποιὸς χάνει τὸν καιρό του μὲ τὶς πέτρες; Δὲν ἀξίζει τὸν κόπο μηδὲ νὰ μιλήσει κανένας γι᾿ αὐτές. Εἶναι τὰ πιὸ καταφρονεμένα πράγματα τῆς πλάσης.

Ὡστόσο, μοῦ φαίνεται, πὼς αὐτὲς οἱ τιποτένιες πέτρες θ᾿ ἀπομείνουνε μονάχα, ὅποτε χαλάσει ὁ κόσμος καὶ λείψει κάθε ζωὴ ἀπάνω στὴ γῆ. Αὐτὲς εἶναι ἡ πρώτη σύσταση τοῦ κόσμου, κι αὐτὲς θά ῾ναι τὸ τελευταῖο ἀπομεινάρι του. Δὲν κουνιοῦνται ἀπὸ τὸν τόπο τους, δὲν μιλᾶνε. Μὰ θαρρῶ πὼς ἀκοῦνε καὶ πὼς βλέπουνε. Μᾶς βλέπουνε ἐμᾶς τοὺς ἀνθρώπους κι ὅσα κάνουμε, ἀκοῦνε ὅσα λέμε ἐμεῖς οἱ λιγόζωοι, οἱ ψευτο-κανωμένοι, καὶ μᾶς ἐλεεινολογᾶνε γιὰ τὴν ἀνοησία μας, πὼς τάχα θὰ κυριέψουμε τὸν κόσμο! Οἱ πέτρες ποὺ πατοῦσε ἀπάνω τους ὁ Ἀχιλλέας κι ὁ Μέγας Ἀλέξανδρος θὰ κρυφογελούσανε μὲ τὴ ματαιοδοξία τους, γιατὶ ξέρανε πὼς θὰ σβήσουνε πολὺ γρήγορα, σὰν καπνός, κι αὐτοί, κι οἱ αὐτοκρατορίες τους, κ᾿ οἱ δόξες τους, σὲ καιρὸ ποὺ αὐτὲς θὰ στεκόντανε ἀκατάλυτες, ὅπως καὶ θὰ βρίσκουνται ὡς τὰ σήμερα σὲ κάποια μεριά. Ἀπὸ τότε τὶς πατήσανε χιλιάδες ἄνθρωποι, δίχως νὰ τὶς δώσουνε καμμιὰ προσοχή, κι ὅλοι τους γινήκανε κουρνιαχτός, σὰν νὰ μὴν ᾔρθανε ποτὲς στὸν κόσμο.

Συνέχεια

%d ἱστολόγοι ἔχουν δηλώσει ὅτι αὐτὸ τοὺς ἀρέσει: