Η Έναρξη του Ελληνικού Αγώνα στη Δυτική Μακεδονία (Η Τύχη των Αντάρτικων Σωμάτων Μπόλα-Κόκκινου-Καούδη)
εικόνα: ο Ευθύμιος Καούδης
… Μετά την επικίνδυνη κατάσταση για τον ελληνισμό της Μακεδονίας, όπως αυτή είχε δημιουργηθεί στα τέλη Ιουλίου 1904, οι δισταγμοί της Ελληνικής Κυβέρνησης άρχισαν να υποχωρούν. Η Κυβέρνηση είχε υπόψη της τα γεγονότα που οδήγησαν στην εξόντωση του Καπετάν Βαγγέλη και την εξουδετέρωση του Κώττα κι έτσι οδηγήθηκε στο συμπέρασμα ότι η αποστολή αντάρτικων σωμάτων από την Ελλάδα ήταν απαραίτητη. Με τις εκθέσεις τους οι Πρόξενοι στη Μακεδονία ζητούσαν τέτοια σώματα. Αλλά και ο ίδιος ο Ανθυπολοχαγός Παύλος Μελάς που υποστήριζε ένθερμα στην επιτροπή των αξιωματικών να σχηματιστούν σώματα από ντόπιους Ελληνομακεδόνες, δεν δίστασε για την πεποίθηση του αυτή να μονομαχήσει με τον Υπολοχαγό Κολοκοτρώνη Γεώργιο και να αλλάξει τελικά γνώμη .
… Στα τέλη Ιουλίου, η Επιτροπή Άμυνας Κοζάνης, προσκάλεσε το Μελά για να αναλάβει την οργάνωση και την εκπαίδευση του αντάρτικου σώματος που συγκρότησε στην περιφέρεια της. Οι απεσταλμένοι της επιτροπής τον διαβεβαίωσαν ότι όλα ήταν έτοιμα και τα μόνα που χρειάζονταν ήταν αξιωματικοί και εφόδια. Ο Μελάς έφτασε στην Κοζάνη στις 19 Ιουλίου, μαζί με το Λάκη Πύρζα, παριστάνοντας το ζωέμπορο.
…Εκεί όμως διαπίστωσε ότι τίποτα σχεδόν δεν ήταν έτοιμο κι ότι οι απεσταλμένοι ούτε επίσημη εξουσιοδότηση είχαν, ούτε έδωσαν με ακρίβια τις σχετικές πληροφορίες. Έτσι, ήρθε σε επαφή μόνο με τους παλιούς κλέφτες Αλέξανδρο Καραλίβανο και Σωτήριο Βισβίκη, οι οποίοι υποσχέθηκαν να σχηματίσουν ομάδες, αντί κάποιας αντιμισθίας και ενίσχυσης. Επισκέφτηκε στη συνέχεια τη Σιάτιστα κι έστειλε τον Πύρζα στο Βογατσικό, τη Βλάστη και την Καστοριά. Όταν επέστρεψε στην Αθήνα στις 3 Αυγούστου, κατέληξε στο συμπέρασμα, μετά την επαφή του με τους πατριώτες της Δυτικής Μακεδονίας ότι δεν θα ήταν εύκολη, αν όχι αδύνατη η διοργάνωση στη Μακεδονία αγώνα χωρίς να αποσταλούν σώματα και αξιωματικοί από την Ελλάδα.
…Ήδη στα τέλη Ιουλίου 1904, όλοι οι παράγοντες στην του αγώνα υπέρ της Μακεδονίας, θεωρούσαν απαραίτητη την αποστολή ελληνικών σωμάτων. Στις 30 Ιουλίου 1904, έφτασε στο Υπουργείο Εξωτερικών η έκθεση που το Προξενείο Μοναστηρίου είχε στείλει στις 16 του ίδιου μήνα και με την οποία πρότεινε κάποια μέθοδο για την έναρξη του ελληνικού αγώνα στη Μακεδονία . Στις αρχές Αυγούστου συνήλθε η Μακεδόνικη Επιτροπή κι αποφάσισε να αποστείλει δύο αντάρτικα σώματα με περιοχές δράσης τα Κορέστια και το Μορίχοβο. Συγχρόνως αποφασίστηκε κι η αποστολή εκπροσώπου του μακεδόνικου κομιτάτου στην Καστοριά για να αναλάβει τη διεύθυνση του αγώνα στη Μακεδονία, όπως πρότεινε το Προξενείο Μοναστηρίου. Εξέλεξαν εκπρόσωπο τον Κωνσταντίνο Μάνο τον οποίο και έστειλαν στην Καστοριά με το πρόσχημα του ζωέμπορου και με το ψευδώνυμο Μιχαηλίδης. Μόλις έφτασε στην Καστοριά τον συνέλαβαν οι Τουρκικές Αρχές και τον υποχρέωσαν να επανέλθει στην ελεύθερη Ελλάδα.
…Η οργάνωση σωμάτων δεν είχε καλύτερη τύχη. Στα μέσα Αυγούστου μπήκαν στη Μακεδονία, το ένα με το Γεώργιο Μπόλα και το άλλο με τον Παντελή Κόκκινο, το καθένα με δύναμη από έξι περίπου, άνδρες. Τσώμα του Κόκκινου έδρασε σε περιορισμένη ακτίνα στην περιοχή του Βογατσικού από όπου καταγόταν ο αρχηγός του. Το σώμα του Μπόλα κατά την είσοδό του στο μακεδόνικο έδαφος, μετά από συμπλοκή με Τουρκικό στην περιοχή Τσαριτσάνης του Κάτω Ολύμπου, διαλύθηκε κι ο Μπόλας επέστρεψε στην Αθήνα.
…Μετά την αποστολή των δύο μικρών σωμάτων, το μακεδόνικο κομιτάτο, μετά από συνεννόηση με τον Ευθύμιο Καούδη του ανέθεσε να συγκροτήσει ένα μεγαλύτερο σώμα . Το σώμα αυτό πέρασε την ελληνοτουρκική μεθόριο στην περιοχή Βελεμιστίου (Αγιόφυλλο) στις 18 Αυγούστου 1904 και το αποτελούσαν δεκατέσσερις άνδρες : Ευθύμιος Καούδης, αρχηγός, Παύλος Κύρου, υπαρχηγός και Χρίστος Λευκαρουδάκης, Ιωάννης Σεϊμένης, Σταύρος Σούλης, Στυλιανός Κλειδής, Αριστείδης Νίσταρης, Εμμανουήλ Σκουντρής, Ιωάννης Καλογεράκης, Ιωάννης Σημανίκας, Δημήτριος Σπανόπουλος,Σίμος Στογιάννης, Σωτήριος Χατζηδάκης και Απόστολος Αγακίδης. Από αυτούς, ο Στογιάννης αρρώστησε και επέστρεψε στην Ελλάδα κι ο Χατζιδάκης για τον ίδιο λόγο περέμεινε στο Λέχοβο. Στις 31 Αυγούστου, όλοι οι υπόλοιποι έφτασαν στο Ζέλοβο (Αντάρτικο), συνδέθηκαν με το Μητροπολίτη Καστοριάς, με μεσολάβηση του Ντίνα από τη Στάτιστα (Μελά), κι άρχισαν τη δράση τους.
…[.......]
…Η δυναμική αυτή τακτική μικρού ελληνικού σώματος θορύβησε την περιφερειακή Επιτροπή της ΕΜΕΟ, η οποία για να εξοντώσει τη μικρή ομάδα Καούδη, προσανατόλισε εναντίον της το σύνολο των τσετών της περιοχής Κορεστίων με τους Κορσάκοφ και Μήτρο Βλάχο. Στις 21 Σεπτεμβρίου ενώ οι βοεβόδες βρίσκονταν στο χωριό Όστιμα, η ομάδα Καούδη, αν και μειονεκτούσε σε αριθμό ανδρών, επιτέθηκε με τόλμη εναντίον τους.Στην πεισματώδη συμπλοκή που ακολούθησε, τραυματίστηκαν δύο από τους Έλληνες αντάρτες κι εξοντώθηκε ο υπαρχηγός του Κορσάκοφ, Χρίστος Γκουσόφ, ο οποίος καταγόταν από το Κωστενέτσι (Ιεροπηγή). Οι απώλειες των Βουλγάρων υπήρξαν πολύ μεγαλύτερες, δεν εξακριβώθηκαν όμως, γιατί τη συμπλοκή διέκοψε επέμβαση τουρκικής δύναμης. Από τότε οι βουλγαρικές τσέτες δεν τόλμησαν πια να προσβάλουν τη μικρή ελληνική δύναμη, η οποία συνέχισε το εθνικό έργο της στα Κορέστια, με τη βοήθεια της τοπικής οργάνωσης του Μητροπολίτη Καστοριάς.
εικόνα: ο Μητροπολίτης Καστοριάς Γερμανός Καραβαγγέλης
.
Aπό το βιβλίο: Ο Μακεδονικός Αγώνας και τα γεγονότα στη Θράκη 1904- 1908, έκδοση Γενικού Επιτελείου Στρατού ΓΕΣ
Για την αντιγραφή: ιστολόγιο “Αντέχουμε…”