῾Ο ῞Αγιος ῾Οσιομάρτυς ᾿Ακάκιος, κατά κόσμον ᾿Αθανάσιος, καταγόταν ἀπό τό Νεοχώρι, σημερινό ᾿Ασβεστοχώρι Θεσσαλονίκης, καί ἐγεννήθηκε τό 1792. Οἱ γονεῖς του εἶχαν ἀναγκασθεῖ γιά βιοποριστικούς λόγους νά μετακομίσουν τό 1805 στίς Σέρρες, ὅπου παρέδωσαν τόν ἐννιάχρονο ᾿Αθανάσιο σέ κάποιον ὑποδηματοποιό, γιά νά τοῦ διδάξει τήν τέχνη του. ῞Ομως σκληρή συμπεριφορά του καί κακομεταχείριση ἐξώθησαν τόν ᾿Αθανάσιο σέ ἄρνηση τῆς πίστης του, γιά νά ἀπαλλαγεῖ ἀπό τά βάσανα. Στήν πράξη του αὐτή τόν προέτρεψαν καί δύο ᾿Οθωμανές, οἱ ὁποῖες παρακολουθοῦσαν τήν ἀπάνθρωπη συμπεριφορά τοῦ ἀφεντικοῦ του, καί ὑποσχόμενες μιά καλύτερη ζωή στό μικρό ᾿Αθανάσιο τόν ἔπεισαν τήν μέρα τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς νά ἀλλαξοπιστήσει. Μωαμεθανός πλέον ὁ ᾿Αθανάσιος, υἱοθετήθηκε ἀπό τόν Τοῦρκο γεμόνα τῆς περιοχῆς ᾿Ισούφ Μπέη, στό σπίτι τοῦ ὁποίου παρέμεινε ἐπί ἐννέα χρόνια.
Σέ ηλικία δέκα ὀκτώ ἐτῶν ὁ ᾿Αθανάσιος ἐδέχθηκε τήν πονηρή ἐπίθεση τῆς μητριᾶς του, ὁποία, καθώς ἔβλεπε τόν ᾿Αθανάσιο νά μεγαλώνει καί νά ἀνδρώνεται, τόν ἐρωτεύθηκε, ὅπως στήν Παλαιά Διαθήκη ἐρωτεύθηκε τόν ᾿Ιωσήφ γυναίκα τοῦ Πετεφρῆ. ᾿Επειδή ὅμως αὐτός δέν ὑποχώρησε καί δέν ὑπέκυψε στό πάθος τῆς μητριᾶς του ἐσυκοφαντήθηκε ἀπ᾿ αὐτήν στό θετό πατέρα του, μέ ἀποτέλεσμα νά ἐκδιωχθεῖ ἀπό αὐτόν. ᾿Εκμεταλλευόμενος αὐτή τήν εὐκαιρία κατέφυγε στή Θεσσαλονίκη κοντά στούς γονεῖς του, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ἐγκαταλείψει τίς Σέρρες, μόλις ἐπληροφορήθησαν τήν ἀρνησιθρησκεία του.