Τον Ιανουάριο του 1822 ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης βρισκόταν στη Μάνη, όπου προσπαθούσε να αμβλύνει τις τοπικές διαφωνίες, προκειμένου όλοι να προετοιμαστούν για τον επικείμενο πόλεμο, ο οποίος πλέον φάνταζε βέβαιος. Όπως σημειώνει στα απομνημονεύματά του, πέτυχε να συμφιλιώσει «διάφορα σπίτια μανιάτικα, χωρισμένα κατά τη συνήθειά τους», ώστε να κατορθώσει κάπως να οργανώσει τις άτακτες και απείθαρχες τοπικές ομάδες. Ως τον Μάρτιο της ίδιας χρονιάς η Μάνη «έβραζε», με έκδηλες πολεμικές διαθέσεις.
Στις 22 Μαρτίου οι Μανιάτες του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, ο Κολοκοτρώνης μαζί με τον ανιψιό του Νικήτα Σταματελόπουλο – τον «Νικηταρά», ο οποίος αργότερα, στη μάχη των Δολιανών, θα ονομαζόταν και «Τουρκοφάγος» -, ο Παπαφλέσσας, ο Αναγνωσταράς και μόλις περισσότεροι από 2.000 άνδρες βάδισαν προς την Καλαμάτα. Την επομένη η πόλη παραδόθηκε. Στις 24 Μαρτίου ο Κολοκοτρώνης και ο Παπαφλέσσας κυκλοφόρησαν την εξής προκήρυξη, στη Σκάλα Αρκαδίας: «Η ώρα έφτασε, το στάδιον της δόξης και της ελευθερίας ηνοίχθη, τα πάντα εδικά μας και ο Θεός του παντός μεθ’ ημών έσεται. Μη πτοηθείτε εις το παραμικρόν. Σεις είσθε ατρόμητοι των προγόνων μας απόγονοι. Γενικώς οπλισθείτε με ανοικτά μπαϊράκια και τρέξατε εναντίον των εχθρών της πίστεως και της πατρίδος. Εντός ολίγων ημερών φθάνομεν και ημείς με 10.000 στρατεύματα».