
Οἱ Ἅγιοι Πρόχορος, Νικάνωρ, Τίµων καὶ Παρµενᾶς οἱ Ἀπόστολοι καὶ Διάκονοι
«Ὃς ἐὰν θέλῃ ἐν ἡµῖν µέγας γενέσθαι, ἔσται ὑµῶν διάκονος». Ὅποιος, δηλαδή, θέλει νὰ γίνει µέγας µεταξύ σας, εἶπε ὁΚύριος, ἂς εἶναι ὑπηρέτης σας καὶ ἂς µαθαίνει νὰ γίνεται ἐξυπηρετικὸς στοὺς ἄλλους. Σ΄ αὐτὴ τὴν κατηγορία ἀνθρώπων ἀνῆκαν καὶ οἱ ἀπόστολοι – ἀπὸ τοὺς 70 µαθητὲς τοῦ Κυρίου – Πρόχορος, Νικάνωρ, Τίµων καὶ Παρµενᾶς. Αὐτοὶ ἦταν µεταξὺ τῶν ἑπτὰἐκλεγµένων διακόνων τῆς πρώτης χριστιανικῆς Ἐκκλησίας τῶν Ἱεροσολύµων (Πράξ. στ΄ 5). Τὸ ἔργο τους ἦταν νὰ ὑπηρετοῦν καὶνὰ ἐπιστατοῦν στὴ διατροφὴ τῶν ἀπόρων µελῶν τῆς Ἐκκλησίας, ἰδιαίτερα τῶν ὀρφανῶν καὶ τῶν χηρῶν. Ἀλλὰ ὑπηρετοῦσαν καὶστὴ διάδοση τοῦ θείου λόγου. Ἔτσι ἀργότερα, ὁ µὲν Πρόχορος ἀκολούθησε τὸν εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη στὴ Μικρὰ Ἀσία, ὅπουἔγινε ἐπίσκοπος Νικοµήδειας καὶ ἀναδείχθηκε τέλειος διάκονος τοῦ ἐπισκοπικοῦ καθήκοντος. Ὁ δὲ Τίµων ὑπέστη µαρτυρικὸθάνατο στὴ Βόστρα τῆς Ἀραβίας, ὅπου εἶχε σταλεῖ νὰ ὑπηρετήσει τὸ Εὐαγγέλιο. Οἱ ἄλλοι δυό, ὁ Νικάνωρ καὶ ὁ Παρµενᾶς, πέθαναν στὴν Ἱερουσαλήµ, ἐκτελώντας τὸ διακονικό τους ἔργο. Κηδεύθηκαν ἀπὸ τοὺς ἴδιους τους Ἀποστόλους, κάτω ἀπὸ τὸπένθος ὅλης της Ἐκκλησίας, τὴν ὁποία ὑπηρέτησαν µὲ τόσο ζῆλο καὶ ἐπιτυχία. Ἔτσι, ὁ καθένας χωριστά, ἀναδείχθηκε «πιστὸς διάκονος ἐν Κυρίῳ», δηλαδὴ πιστὸς διάκονος στὸ ἔργο τοῦ Κυρίου.
Ὁ Ἅγιος Εὐστάθιος ποὺ µαρτύρησε στὴν Ἄγκυρα
Γεννήθηκε στὴν πόλη Ἄγκυρα καὶ εἶναι ἀπὸ τὰ λαµπρὰ στολίσµατα τῆς Ἐκκλησίας. Θαῤῥαλέος κήρυκας τοῦ Εὐαγγελίου καὶ ἀκούραστος ἐργάτης τῶν ἐντολῶν του, καταγγέλθηκε στὸν ἔπαρχο Κορνήλιο. Στὴν ἀνάκριση ποὺ τοῦ ἔκαναν, ἐπέµεινε στὴνὁµολογία τοῦ Χριστοῦ καὶ καταδικάστηκε στὴν πιὸ βάρβαρη ποινή. Τοῦ τρύπησαν δηλαδὴ τοὺς ἀστραγάλους, ἔπειτα, ἀφοῦ τὸνἔδεσαν ἀπὸ τὶς τρῦπες τῶν πληγῶν του µὲ σχοινί, τὸν ἔσυραν στὸν ποταµὸ Σάγαρι, στὰ νερὰ τοῦ ὁποίου τὸν ἔριξαν. Διασώθηκεὅµως ἀπὸ τὴν θεία χάρη καὶ βγῆκε ἔξω. Ἀλλὰ µετὰ ἀπὸ λίγες µέρες, ὅταν ἔµαθε αὐτὸ ὁ ἔπαρχος, ντροπιασµένος σκότωσε τὸν Εὐστάθιο µὲ τὸ δικό του µαχαῖρι. Ἔτσι ὁ Εὐστάθιος, παρέδωσε τὴν ἁγία του ψυχή, στεφανωµένος µὲ τὸ στεφάνι τοῦµαρτυρίου.
ὉἍγιος Ἀκάκιος
Μαρτύρησε στὰ χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Λικινίου (318). Καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀπολλωνία καὶ διακρινόταν γιὰ τὴν θερµότητα τῆς πίστεως καὶ τὸ θάῤῥος του στὸ κήρυγµα τοῦ Εὐαγγελίου. Καταγγέλθηκε καὶ ὑπέστη σειρὰ θανατηφόρων βασανιστηρίων, ἀπὸ τὰὁποῖα ὁ Θεὸς τὸν διαφύλαξε θαυµατουργικά. Ἔτσι δὲν ἔπαθε τίποτα ὅταν τὸν ἔριξαν µέσα σὲ καζάνι µὲ βραστὸ νερὸ καὶδιασώθηκε ἀπὸ τὴν ἀγριότητα λιονταριοῦ, ποὺ ἄφησαν ἐναντίον του, γιὰ νὰ τὸν κατασπαράξει. Βλέποντας αὐτὰ ὁ ἔπαρχος Τερέντιος τὸν ἄφησε ἐλεύθερο. Κατόπιν ὁ Ἅγιος πῆγε στὴ Μίλητο, ὅπου συνέχισε τὸ κήρυγµα τοῦ Εὐαγγελίου. Τότε συνελήφθη καὶ ὁδηγήθηκε στὸ ναὸ τῶν εἰδώλων νὰ προσφέρει θυσία. Ἀλλ΄ ὁ Ἀκάκιος διὰ τῆς προσευχῆς συνέτριψε τὰ ἀγάλµατα τῶν εἰδώλων. Μὲ λύσσα οἱ ἄρχοντες (Ποσειδώνιος) καὶ οἱ ἱερεῖς τῶν εἰδώλων τὸν ἀποκεφάλισαν. Τὸ ἅγιο λείψανό του ἐναποτέθηκε στὴν πόλη τῶν Συνάδων, ἀπὸ τὸν πρεσβύτερο Λεόντιο.
Ἡ Ἁγία Δροσίς
Μαρτύρησε, ἀφοῦ τὴν ἔριξαν µέσα σὲ χωνευτήριο χρυσοῦ.
Ἡ Ὁσία Εἰρήνη ἡ Χρυσοβαλάντου
Ἔζησε στὰ χρόνια της βασίλισσας Θεοδώρας, ποὺ ἀναστήλωσε τὶς ἅγιες εἰκόνες. Ἡ Εἰρήνη καταγόταν ἀπὸ τὴν Καππαδοκία καὶ διακρινόταν ὄχι µόνο γιὰ τὴν εὐσέβειά της, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν σωµατικὴ ὡραιότητά της καὶ γιὰ τὴν εὐγενῆ ἀνατροφή της. Εἶχε ζητηθεῖ λοιπὸν σὲ γάµο, ἀπὸ διακεκριµένο ἄνδρα τοῦ παλατιοῦ καὶ ξεκίνησε γιὰ τὸ Βυζάντιο. Στὴ διαδροµὴ ὅµως, πέρασε ἀπὸτὴν Μονὴ τοῦ Χρυσοβαλάντου καὶ τόσο ἑλκύστηκε ἀπὸ τὴν συναναστροφὴ τῶν καλογριῶν, ὥστε πῆρε τὴν µεγάλη ἀπόφαση νὰπαραµείνει µαζί τους. Ἔτσι ἀπέῤῥιψε τὶς κοσµικὲς δόξες, γύρισε στὴν πατρίδα της, πούλησε τὰ ὑπάρχοντά της, βοηθώντας πολλοὺς φτωχοὺς καὶ τὰ ὑπόλοιπα χρήµατα τὰ ἐναπόθεσε στὴ Μονή. Ἔγινε µοναχὴ καὶ ἡ ζωή της µέσα στὸ µοναστήρι ὑπῆρξε πολὺ ἀσκητικὴ καὶ ἁγία. Ὅταν πέθανε ἡ ἡγουµένη, ἡ Εἰρήνη, παρὰ τὴν ἄρνησή της, ὁρίστηκε διάδοχός της. Ἀπὸ τὴν νέα της θέση, ἐπετέλεσε τὰ καθήκοντά της ἄριστα. Ὁ Θεὸς µάλιστα, τὴν προίκισε µὲ τὸ προφητικὸ καὶ θαυµατουργικὸ χάρισµα. Ἔτσι διὰτῆς προσευχῆς της, ἀπάλλαξε πολλοὺς ἀπὸ τὰ δαιµόνια. Προαισθάνθηκε τὸν θάνατό της καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικά, γεµάτη χαρὰ γιὰτὸ εὐχάριστο οὐράνιο ταξίδι της.
Ἐγκαίνια τοῦ Ναοῦ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἐν τοῖς Διακονίσσης
ὉὍσιος Παῦλος ὁ Ξηροποταµινὸς
Σύµφωνα µὲ τὸν Σ. Εὐστρατιάδη ἡ βιογραφία του ὁσίου Παύλου, ποὺ βρίσκεται στὸ Νέον Ἐκλόγιον, εἶναι τελείως φανταστική. Σ΄ αὐτὸ φέρεται σὰν γιὸς τοῦ Βασιλιᾶ Μιχαὴλ Α΄ τοῦ Ραγκαβὲ (811-813) καὶ Προκοπίας θυγατέρας τοῦΑὐτοκράτορα Νικηφόρου τοῦ Γενικοῦ. Εὐνουχίστηκε σὲ παιδικὴ ἡλικία καὶ ἔφτασε σὲ µεγάλα ὕψη φιλοσοφίας. Ἀπαρνήθηκε τὸν κόσµο καὶ πῆγε στὸ Ἅγιον Ὄρος, ὅπου ἔκτισε τὴν Μονὴ Ξηροποτάµου, τῆς ὁποίας καὶ ἔγινε ἡγούµενος. Ἡ ἁγιορείτικη παράδοσηὅµως, τὸν θέλει σύγχρονο τοῦ ἁγίου Ἀθανασίου Ἱδρυτῆ τῆς Λαύρας. Τοῦ ὁσίου αὐτοῦ Παύλου, σῴζονται στὴ ΜονὴΞηροποτάµου ἕξι Κανόνες στοὺς Ἁγίους 40 µάρτυρες, Κανόνας ἰαµβικὸς στὸν τίµιο σταυρὸ καὶ λόγος στὰ Εἰσόδια της Θεοτόκου.
Ὁ Ἅγιος Χριστόδουλος ποὺ µαρτύρησε στὴ Θεσσαλονίκη
Ὁ νεοµάρτυρας Χριστόδουλος γεννήθηκε σ΄ ἕνα χωριὸ τῆς Κασσάνδρας, ποὺ ὀνοµαζόταν Βαλτά. Σὲ νεαρὴ ἡλικία ἦλθε στὴ Θεσ/νίκη, ὅπου ἔκανε τὸ ἐπάγγελµα τοῦ ράφτη. Πληροφορήθηκε ὅτι κάποιος χριστιανὸς Βούλγαρος, ἑτοιµαζόταν ν΄ ἀρνηθεῖτὸν Χριστό. Τότε ὁ Χριστόδουλος προµηθεύτηκε ἕναν µικρὸ σταυρὸ καὶ πῆγε στὸ καφενεῖο, ὅπου θὰ γινόταν ἡ περιτοµὴ τοῦἀρνησίχριστου. Διέσχισε τὸ πλῆθος τῶν γενιτσάρων, καὶ ἐνῷ χτυποῦσαν τὰ τύµπανα, πλησίασε τὸν ἀρνησίχριστο, παρουσίασε τὸν σταυρὸ καὶ τοῦ εἶπε: «Ἄδελφε τί ἔπαθες, νὰ ἡ πίστη µας, νὰ ὁ Χριστός, ποὺ σταυρώθηκε γιὰ τὴν ἀγάπη µας, σὺ γιατίἀφήνεις τὸν Χριστὸ τὸν σωτῆρα σου καὶ γίνεσαι Τοῦρκος;». Ἐξαγριωµένοι οἱ Τοῦρκοι, ὅρµησαν καὶ συνέλαβαν τὸν Χριστόδουλο καὶ µὲ χτυπήµατα τὸν ὁδήγησαν στὸν κριτή, ὅπου ἀπαίτησαν τὸν θάνατό του. Στὴν προτροπὴ τοῦ κριτῆ ν΄ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό,ὁ Μάρτυρας µὲ θάῤῥος ἀπάντησε: «… καὶ σὺ ἄφησε τὸν µωαµεθανισµὸ καὶ γίνε Χριστιανός». Ἀποδεικνύοντας ἔτσι τὴν ἀκλόνητη πίστη του, παραδόθηκε στοὺς δήµιους, οἱ ὁποῖοι τὸν κρέµασαν κοντὰ στὸν ναὸ τοῦ Ἁγίου Μηνᾷ στὴ Θεσ/νίκη, στὶς 28 Ἰουλίου 1777. Τὸ λείψανο τοῦ ἁγίου µε καρφωµένο τὸν σταυρὸ στὴν πλάτη του, παρέµεινε γυµνὸ κρεµασµένο γιὰ δυὸ µέρες. Κατόπιν οἱΧριστιανοί, ἀγόρασαν τὸ λείψανό του ἀντὶ 600 γροσιῶν καὶ τὸ ἔθαψαν µὲ τιµές.
ὉἍγιος Αὐξέντιος ὁἐν Λαοδικείᾳ Φρυγίας,µάρτυρας
Πηγές:
- Τό Συναξάρι εἶναι ἐπιλογή κειμένων ἀπό τό βιβλίο: «ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ» τοῦ κ. Χρ. Τσολακίδη, Ἐκδόσεις Χ.Δ.Τσολακίδη (μέσω Σωτήρ)
- Ορθόδοξος Συναξαριστής
επιμέλεια ανάρτησης: ιστολόγιο “Αντέχουμε…”