Στο τέλος του 3ου αιώνος επί αυτοκράτορα Διοκλητιανού στα μέρη της Μ. Ασίας ζούσε ένα αντρόγυνο χριστιανών, ο Δωρόθεος και η Ευσεβία. Διακρίνονταν για τη βαθιά και συνειδητή πίστη στον ένα και αληθινό Θεό, για τα έργα της φιλανθρωπίας, για τη συνετή ζωή τους. Το ανδρόγυνο αυτό βίωνε έναν κρυφό πόνο. Δεν είχαν αξιωθεί να αποκτήσουν παιδί που θα τους έδινε μεγάλη ευτυχία και θα κληρονομούσε και τα πλούτη τους. Ο πόνος εντούτοις δεν τους απογοήτευσε. Δεν τους παρέσυρε στο να βλασφημήσουν κατά του Θεού. Αντίθετα. Λαμβάνοντας υπόψη τους τόσα αγιογραφικά περιστατικά γονέων που δεν είχαν τέκνα και απέκτησαν μετά από θερμή προσευχή, κατέφυγαν σ’ αυτό το ισχυρό όπλο. Ο δε Κύριος άκουσε τις θερμές προσευχές του Δωροθέου και της Ευσεβίας και τους αξίωσε να αποκτήσουν ένα κοριτσάκι το όποιο βάπτισαν Κυριακή, επειδή γεννήθηκε την ημέρα αναστάσεως του Χριστού.