Κωνσταντίνος Π. Καβάφης:
«Αυτές τις μέρες διάβαζα δημοτικά τραγούδιαγια τ’ άθλα των κλεφτών και τους πολέμους
Διάβασα και τα πένθιμα για το χαμό της Πόλης.
Κωνσταντίνος Π. Καβάφης:
«Αυτές τις μέρες διάβαζα δημοτικά τραγούδιαγια τ’ άθλα των κλεφτών και τους πολέμους
Το 1822 εις την Ιεράν Μονήν Κοιμήσεως Θεοτόκου Μετεώρων ο μακαρίτης επίσκοπος Πατρών Νικηφόρος Καλογεράς μεταξύ των άλλων εύρε και πολύτιμον χειρόγραφον περιέχον την εξομολόγησιν του Γενναδίου , του πρώτου μετά την άλωσιν πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως.
Ο Γεννάδιος, ζήσας τα προ και μετά την άλωσιν δραματικά γεγονότα, εγνώριζεν όσον ολίγοι την ηθικήν και θρησκευτικήν κατάστασιν των χρόνων εκείνων και εν τη εξομολογήσει του, ως άλλος Ιερεμίας, θρηνών επί των ερειπίων της πόλεως, ο πατριώτης ιεράρχης λέγει τα εξής :
« Κύριε !… Πανταχού διεσπάρημεν. Όνειδος προκείμεθα ου γείτοσι μόνον, αλλά και πάσιν ανθρώποις. Μυκτηρισμός και χλευασμός τοις κύκλω ημών εγενόμεθα. Παράδειγμα συμφοράς εις τον ανθρώπινον κατέστημεν βίον. Και ίνα τι , Κύριε, ταύτα συνεχώρησας εφ’ ημίν ;
…με τέτοιες θαυμαστές διηγήσεις μεταδίδονταν η ελπίδα και η προσμονή, από γενιά σε γιενιά.Χρέος μας να τις μεταλαμπαδεύσουμε και στις επόμενες γενιές, μέχρι να ΄ρθει η ευλογημένη ώρα που”πάλι θα γενούν δικά μας”.
«ΠΑΛΙ ΜΕ ΧΡΟΝΟΥΣ ΜΕ ΚΑΙΡΟΥΣ»
Όταν έπεσε η Κωνσταντινούπολη στους Τούρκους, ένα πουλί ανέλαβε να πάει ένα γραπτό μήνυμα στην Τραπεζούντα στην Χριστιανική Αυτοκρατορία του Πόντου για την Άλωση της Πόλης. Μόλις έφτασε εκεί πήγε κατευθείαν στη Μητρόπολη που λειτουργούσε ο Πατριάρχης και άφησε το χαρτί με το μήνυμα πάνω στην Άγια Τράπεζα. Κανείς δεν τολμούσε να πάει να διαβάσει το μήνυμα. Τότε πήγε ένα παλικάρι, γιός μιας χήρας, και διάβασε το άσχημο μαντάτο «Πάρθεν η Πόλη, Πάρθεν η Ρωμανία».
Το εκκλησίασμα και ο Πατριάρχης άρχισαν τον θρήνο, αλλά ο νέος τους απάντησε «Κι αν η Πόλη έπεσε, κι αν πάρθεν η Ρωμανία, πάλι με χρόνους και καιρούς, πάλι δικά μας θα’ ναι».
.
Βρισκόμαστε στα 1453, την επομένη της άλωσης της Πόλης…
«…τα μικρά παιδάκια ξεψυχούσανε απ’ το φόβο τους. Σε λίγο φτάξανε οι τούρκοι και πιάσανε να βαράνε με τους μπαλτάδες τις πόρτες. Το κοπάδι, που ήτανε μαντρισμένο μέσα βέλαζε λυπητερά σε κάθε τσεκουριά.» (Φώτης Κόντογλου).
«..κατάφεραν μέσ’ στὴν Ἅλωση ἐκείνη, σὲ μία μέρα, σὲ τρεῖς μέρες κι ἐπί πεντέμισι μετὰ αἰῶνες συνέχεια, κι’ ἀκόμα ἐπαπειλοῦν, καὶ δὲν θὰ πάψουν…γιατὶ ἀδιαπέραστοι πολιτιστικὰ εἶναι οἱ τοῦρκοι.
Ἅλωση… ποὺ ἄλλη καμμιὰ στὴν ἱστορία δὲν πραγματώθηκε τόσο βάναυσα , καὶ ὡμά καὶ βάρβαρα, καὶ αἱματηρά, μὲ τέτοιο ἀνατολίτικο ἁμόκ ἀπανθρωπικῆς σφαγῆς καὶ καταστροφῆς τῶν πάντων·…ποιὰ πυρκαγιά τῆς βιβλιοθήκης τῆς Ἀλεξανδρείας ποὺ μ’ἕνα στόμα καταργιούνται πάντα ἡ φιλολογία, ἡ φιλοσοφία, ἡ ἐπιστήμη, δὲν ξεπεράστηκε καταστροφικότερα…μὲ ὅσα κάηκαν, σκίστηκαν μανιακὰ, σκορπίστηκαν μὲ ἰσλαμική παραφορὰ καὶ χάθηκαν γιὰ πάντα…τί Πλάτωνες, τί Ἀριστοτέληδες, τί ῥήτορες, τί τραγικοὶ, τί ἱστορικοί, τί γεωγράφοι, τι φυσιογνῶστες,….
Κωνσταντίνος Π. Καβάφης:
«Αυτές τις μέρες διάβαζα δημοτικά τραγούδιαγια τ’ άθλα των κλεφτών και τους πολέμους
«ΠΑΛΙ ΜΕ ΧΡΟΝΟΥΣ ΜΕ ΚΑΙΡΟΥΣ»
Όταν έπεσε η Κωνσταντινούπολη στους Τούρκους, ένα πουλί ανέλαβε να πάει ένα γραπτό μήνυμα στην Τραπεζούντα στην Χριστιανική Αυτοκρατορία του Πόντου για την Άλωση της Πόλης. Μόλις έφτασε εκεί πήγε κατευθείαν στη Μητρόπολη που λειτουργούσε ο Πατριάρχης και άφησε το χαρτί με το μήνυμα πάνω στην Άγια Τράπεζα. Κανείς δεν τολμούσε να πάει να διαβάσει το μήνυμα. Τότε πήγε ένα παλικάρι, γιός μιας χήρας, και διάβασε το άσχημο μαντάτο «Πάρθεν η Πόλη, Πάρθεν η Ρωμανία».
Το εκκλησίασμα και ο Πατριάρχης άρχισαν τον θρήνο, αλλά ο νέος τους απάντησε «Κι αν η Πόλη έπεσε, κι αν πάρθεν η Ρωμανία, πάλι με χρόνους και καιρούς, πάλι δικά μας θα’ ναι».
.
Ο τελευταίος αυτοκράτορας του Βυζαντίου,
ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, αρνήθηκε να συνθηκολογήσει και να παραδώσει εθελοντικά τη διοίκηση της Κωνσταντινούπολης στους εχθρούς, έστω κι αν έβλεπε την επερχόμενη καταστροφή.Αρνήθηκε επίσης να εγκαταλείψει την πόλη, όπως του συνιστούσαν οι συγκλητικοί και ο πατριάρχης. «Μπορεί η απομάκρυνσή μου να είναι ευνοϊκή για μένα», απάντησε, «μου είναι όμως αδύνατο να φύγω. Πώς να αφήσω τις εκκλησίες του Κυρίου μας και το θρόνο και το λαό μου σε τέτοιο κακό;».Το ήθος αυτό είχε προφανώς διδαχθεί από την πολύτεκνη και καλλίτεκνη μητέρα του αυτοκράτειρα Ελένη, σύζυγο του Μανουήλ Β’ Παλαιολόγου (1349-1425), η οποία ανέθρεψε έξι αγόρια και δύο κορίτσια.
Κωνσταντίνος, υιός Ελένης, ίδρυσε την Κωνσταντινούπολη και
Κωνσταντίνος, υιός Ελένης έπεσε μαχόμενος υπέρ της πόλεως αυτής….
Η αυτοκράτειρα Ελένη είναι η μετέπειτα μοναχή και αγία Υπομονή. Η μνήμη της Οσίας και Θεοφόρου μητρός ημών Υπομονής, τελείται τη 13η Μαρτίου και 29η Μαΐου.
῞Οταν νόμισε ὁ Μωάμεθ πὼς τὸ ἠθικὸ τῶν πολιορκημένων εἶχε πιὰ κλονισθῆ ἀπὸ τὸν ἀδιάκοπο βομβαρδισμὸ πολλῶν ἡμερῶν, ἔστειλε πάλι γιὰ τελευταία φορὰ τὶς προτάσεις του στὸν Κωνσταντῖνο. Τοῦ ζητοῦσε δηλαδὴ νὰ παραδώση τὴν Πόλη.«Τί λές; Φεύγεις ἀπὸ τὴν Πόλη νὰ πᾶς ὅπου θέλεις μὲ τοὺς ἄοχοντές σου καὶ μὲ τὰ ὑπάρχοντά σου καὶ ν’ ἀφήσης τὸ λαό, χωρὶς νὰ πάθη καμιὰ βλάβη οὔτε ἀπὸ μᾶς οὔτε ἀπὸ σένα, ἢ ἐπιμένεις στὴν ἀντίσταση, ποὺ θὰ ἔχη ἀποτέλεσμα καὶ τὸ δικό σου θάνατο καὶ τὸ θάνατο τῶν ἀρχόντων σου καὶ τὴν καταστροφὴ τῶν ὑπαρχόντων σου καὶ τὴν αἰχμαλωσία καὶ διασπορὰ τῶν κατοίκων;».
Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΕΝ ΤΗ, ΑΓΙΑ, ΣΟΦΙΑ, ΤΕΛΕΤΗ
῾Η πληκτικωτέρα* σκηνή, ἐξ ὅσων τὰ χρονικὰ τῆς ὀρθοδόξου ῾Ελλάδος μνημονεύουσιν, ἔλαβε χώραν ἐντὸς τοῦ τεμένους* τῆς Ἁγίας Σοφίας, ὀλίγας ὥρας πρὶν ἤ τὸ γένος τῶν Γραικῶν* παραδοθῆ εἰς τὸ τετρακοσιετὲς μαρτύριον.
Ὁ βασιλεὺς δυσελπιστῶν* ἤδη περὶ σωτηρίας, ὅμως αποφασισμένος νὰ κυρώσῃ μὲ το ἴδιον του αἷμα τὴν μέλλουσαν τῆς ελληνικῆς φυλῆς ἐξαγόρασιν*, ἀφοῦ περιῆλθε τὰς ἐπάλξεις καὶ τὰ φρούρια καὶ ἐβεβαιώθη, ὅτί πάντα εἶχον ἐν τάξει, εἰσέρχεται εἰς τὴν ἐκκλησίαν συνοδευόμενος ἀπὸ πολλοὺς στρατηγοὺς καὶ ἱερεῖς, καὶ ἀναρίθμητον πλῆθος λαοῦ, φωνάζοντος τὸ «Κύριε ἐλέησον!».
Βρισκόμαστε στα 1453, την επομένη της άλωσης της Πόλης…
«…τα μικρά παιδάκια ξεψυχούσανε απ’ το φόβο τους. Σε λίγο φτάξανε οι τούρκοι και πιάσανε να βαράνε με τους μπαλτάδες τις πόρτες. Το κοπάδι, που ήτανε μαντρισμένο μέσα βέλαζε λυπητερά σε κάθε τσεκουριά.» (Φώτης Κόντογλου).
«..κατάφεραν μέσ’ στὴν Ἅλωση ἐκείνη, σὲ μία μέρα, σὲ τρεῖς μέρες κι ἐπί πεντέμισι μετὰ αἰῶνες συνέχεια, κι’ ἀκόμα ἐπαπειλοῦν, καὶ δὲν θὰ πάψουν…γιατὶ ἀδιαπέραστοι πολιτιστικὰ εἶναι οἱ τοῦρκοι.
Ἅλωση… ποὺ ἄλλη καμμιὰ στὴν ἱστορία δὲν πραγματώθηκε τόσο βάναυσα , καὶ ὡμά καὶ βάρβαρα, καὶ αἱματηρά, μὲ τέτοιο ἀνατολίτικο ἁμόκ ἀπανθρωπικῆς σφαγῆς καὶ καταστροφῆς τῶν πάντων·…ποιὰ πυρκαγιά τῆς βιβλιοθήκης τῆς Ἀλεξανδρείας ποὺ μ’ἕνα στόμα καταργιούνται πάντα ἡ φιλολογία, ἡ φιλοσοφία, ἡ ἐπιστήμη, δὲν ξεπεράστηκε καταστροφικότερα…μὲ ὅσα κάηκαν, σκίστηκαν μανιακὰ, σκορπίστηκαν μὲ ἰσλαμική παραφορὰ καὶ χάθηκαν γιὰ πάντα…τί Πλάτωνες, τί Ἀριστοτέληδες, τί ῥήτορες, τί τραγικοὶ, τί ἱστορικοί, τί γεωγράφοι, τι φυσιογνῶστες,….
Κωνσταντίνος Π. Καβάφης:
«Αυτές τις μέρες διάβαζα δημοτικά τραγούδιαγια τ’ άθλα των κλεφτών και τους πολέμους
…με τέτοιες θαυμαστές διηγήσεις μεταδίδονταν η ελπίδα και η προσμονή, από γενιά σε γιενιά.
Χρέος μας να τις μεταλαμπαδεύσουμε και στις επόμενες γενιές, μέχρι να ΄ρθει η ευλογημένη ώρα που”πάλι θα γενούν δικά μας”.
«ΠΑΛΙ ΜΕ ΧΡΟΝΟΥΣ ΜΕ ΚΑΙΡΟΥΣ»
Όταν έπεσε η Κωνσταντινούπολη στους Τούρκους, ένα πουλί ανέλαβε να πάει ένα γραπτό μήνυμα στην Τραπεζούντα στην Χριστιανική Αυτοκρατορία του Πόντου για την Άλωση της Πόλης. Μόλις έφτασε εκεί πήγε κατευθείαν στη Μητρόπολη που λειτουργούσε ο Πατριάρχης και άφησε το χαρτί με το μήνυμα πάνω στην Άγια Τράπεζα. Κανείς δεν τολμούσε να πάει να διαβάσει το μήνυμα. Τότε πήγε ένα παλικάρι, γιός μιας χήρας, και διάβασε το άσχημο μαντάτο «Πάρθεν η Πόλη, Πάρθεν η Ρωμανία».
Το εκκλησίασμα και ο Πατριάρχης άρχισαν τον θρήνο, αλλά ο νέος τους απάντησε «Κι αν η Πόλη έπεσε, κι αν πάρθεν η Ρωμανία, πάλι με χρόνους και καιρούς, πάλι δικά μας θα’ ναι».
.
Το 1822 εις την Ιεράν Μονήν Κοιμήσεως Θεοτόκου Μετεώρων ο μακαρίτης επίσκοπος Πατρών Νικηφόρος Καλογεράς μεταξύ των άλλων εύρε και πολύτιμον χειρόγραφον περιέχον την εξομολόγησιν του Γενναδίου , του πρώτου μετά την άλωσιν πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως.
Ο Γεννάδιος, ζήσας τα προ και μετά την άλωσιν δραματικά γεγονότα, εγνώριζεν όσον ολίγοι την ηθικήν και θρησκευτικήν κατάστασιν των χρόνων εκείνων και εν τη εξομολογήσει του, ως άλλος Ιερεμίας, θρηνών επί των ερειπίων της πόλεως, ο πατριώτης ιεράρχης λέγει τα εξής :
« Κύριε !… Πανταχού διεσπάρημεν. Όνειδος προκείμεθα ου γείτοσι μόνον, αλλά και πάσιν ανθρώποις. Μυκτηρισμός και χλευασμός τοις κύκλω ημών εγενόμεθα. Παράδειγμα συμφοράς εις τον ανθρώπινον κατέστημεν βίον. Και ίνα τι , Κύριε, ταύτα συνεχώρησας εφ’ ημίν ;
Λουκάς Νοταράς. Βυζαντινός αξιωματούχος, ο τελευταίος «μέγας δουξ» της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Χαλκογραφία (Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη). greekencyclopedia.com
Κάθε που ζύγωνε 29 Μαΐου ο Γερο-Ζαχαρίας δεν είχε αναπαμό. Έπρεπε να ετοιμάσει το στάρι για το κόλλυβο των «Μαρτύρων της Άλωσης». Ξάκρινε το καθαρό σπυρί – σπυρί και το ‘βαζε να βράσει ήσυχα μέχρι ν’ ανοίξει σαν το ρόδο. Ύστερα το στέγνωνε κι έπιανε κατόπιν να το στολίζει χωρίς βιάση. Μάστορας δουλεμένος στην Αγιογραφία, έπιανε το χέρι του. Πάνω στη χιονάτη ζάχαρη θά ‘φτιαχνε το δικέφαλο αετό μέσα σε στολίδια απίστευτα.
«Μνήσθητι Κύριε ως αγαθός των δούλων Σου… », μονολογούσε και τα δάκρυα του τρέχανε ποτάμι.
῞Οταν νόμισε ὁ Μωάμεθ πὼς τὸ ἠθικὸ τῶν πολιορκημένων εἶχε πιὰ κλονισθῆ ἀπὸ τὸν ἀδιάκοπο βομβαρδισμὸ πολλῶν ἡμερῶν, ἔστειλε πάλι γιὰ τελευταία φορὰ τὶς προτάσεις του στὸν Κωνσταντῖνο. Τοῦ ζητοῦσε δηλαδὴ νὰ παραδώση τὴν Πόλη.«Τί λές; Φεύγεις ἀπὸ τὴν Πόλη νὰ πᾶς ὅπου θέλεις μὲ τοὺς ἄοχοντές σου καὶ μὲ τὰ ὑπάρχοντά σου καὶ ν’ ἀφήσης τὸ λαό, χωρὶς νὰ πάθη καμιὰ βλάβη οὔτε ἀπὸ μᾶς οὔτε ἀπὸ σένα, ἢ ἐπιμένεις στὴν ἀντίσταση, ποὺ θὰ ἔχη ἀποτέλεσμα καὶ τὸ δικό σου θάνατο καὶ τὸ θάνατο τῶν ἀρχόντων σου καὶ τὴν καταστροφὴ τῶν ὑπαρχόντων σου καὶ τὴν αἰχμαλωσία καὶ διασπορὰ τῶν κατοίκων;».
Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΕΝ ΤΗ, ΑΓΙΑ, ΣΟΦΙΑ, ΤΕΛΕΤΗ
῾Η πληκτικωτέρα* σκηνή, ἐξ ὅσων τὰ χρονικὰ τῆς ὀρθοδόξου ῾Ελλάδος μνημονεύουσιν, ἔλαβε χώραν ἐντὸς τοῦ τεμένους* τῆς Ἁγίας Σοφίας, ὀλίγας ὥρας πρὶν ἤ τὸ γένος τῶν Γραικῶν* παραδοθῆ εἰς τὸ τετρακοσιετὲς μαρτύριον.
Ὁ βασιλεὺς δυσελπιστῶν* ἤδη περὶ σωτηρίας, ὅμως αποφασισμένος νὰ κυρώσῃ μὲ το ἴδιον του αἷμα τὴν μέλλουσαν τῆς ελληνικῆς φυλῆς ἐξαγόρασιν*, ἀφοῦ περιῆλθε τὰς ἐπάλξεις καὶ τὰ φρούρια καὶ ἐβεβαιώθη, ὅτί πάντα εἶχον ἐν τάξει, εἰσέρχεται εἰς τὴν ἐκκλησίαν συνοδευόμενος ἀπὸ πολλοὺς στρατηγοὺς καὶ ἱερεῖς, καὶ ἀναρίθμητον πλῆθος λαοῦ, φωνάζοντος τὸ «Κύριε ἐλέησον!».
Βρισκόμαστε στα 1453, την επομένη της άλωσης της Πόλης…
«…τα μικρά παιδάκια ξεψυχούσανε απ’ το φόβο τους. Σε λίγο φτάξανε οι τούρκοι και πιάσανε να βαράνε με τους μπαλτάδες τις πόρτες. Το κοπάδι, που ήτανε μαντρισμένο μέσα βέλαζε λυπητερά σε κάθε τσεκουριά.» (Φώτης Κόντογλου).
«..κατάφεραν μέσ’ στὴν Ἅλωση ἐκείνη, σὲ μία μέρα, σὲ τρεῖς μέρες κι ἐπί πεντέμισι μετὰ αἰῶνες συνέχεια, κι’ ἀκόμα ἐπαπειλοῦν, καὶ δὲν θὰ πάψουν…γιατὶ ἀδιαπέραστοι πολιτιστικὰ εἶναι οἱ τοῦρκοι.
Ἅλωση… ποὺ ἄλλη καμμιὰ στὴν ἱστορία δὲν πραγματώθηκε τόσο βάναυσα , καὶ ὡμά καὶ βάρβαρα, καὶ αἱματηρά, μὲ τέτοιο ἀνατολίτικο ἁμόκ ἀπανθρωπικῆς σφαγῆς καὶ καταστροφῆς τῶν πάντων·…ποιὰ πυρκαγιά τῆς βιβλιοθήκης τῆς Ἀλεξανδρείας ποὺ μ’ἕνα στόμα καταργιούνται πάντα ἡ φιλολογία, ἡ φιλοσοφία, ἡ ἐπιστήμη, δὲν ξεπεράστηκε καταστροφικότερα…μὲ ὅσα κάηκαν, σκίστηκαν μανιακὰ, σκορπίστηκαν μὲ ἰσλαμική παραφορὰ καὶ χάθηκαν γιὰ πάντα…τί Πλάτωνες, τί Ἀριστοτέληδες, τί ῥήτορες, τί τραγικοὶ, τί ἱστορικοί, τί γεωγράφοι, τι φυσιογνῶστες,….
Λουκάς Νοταράς. Βυζαντινός αξιωματούχος, ο τελευταίος «μέγας δουξ» της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Χαλκογραφία (Αθήνα, Μουσείο Μπενάκη). greekencyclopedia.com
Κάθε που ζύγωνε 29 Μαΐου ο Γερο-Ζαχαρίας δεν είχε αναπαμό. Έπρεπε να ετοιμάσει το στάρι για το κόλλυβο των «Μαρτύρων της Άλωσης». Ξάκρινε το καθαρό σπυρί – σπυρί και το ‘βαζε να βράσει ήσυχα μέχρι ν’ ανοίξει σαν το ρόδο. Ύστερα το στέγνωνε κι έπιανε κατόπιν να το στολίζει χωρίς βιάση. Μάστορας δουλεμένος στην Αγιογραφία, έπιανε το χέρι του. Πάνω στη χιονάτη ζάχαρη θά ‘φτιαχνε το δικέφαλο αετό μέσα σε στολίδια απίστευτα.
«Μνήσθητι Κύριε ως αγαθός των δούλων Σου… », μονολογούσε και τα δάκρυα του τρέχανε ποτάμι.
Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγοος, τελευταίος ηρωικός υπερασπιστής του Βυζαντίου, δεν απέκτησε κανένα παιδί αν και ανυμφεύτηκε δύο φορές.
Το 1428 έλαβε ως σύζυγο της Μαγδαληνή-Θεοδώρα Τόκκου, από φλωρεντική οικογένεια ευγενών. Ο πατέρας της, Λεονάρδος Β΄, ήταν κύριος της Ζακύνθου, ενώ ο θείος της, Κάρολος Α΄ Τόκκος, ήταν κόμης του Παλατινάτου της Δυτικής Ελλάδος. Είχε υπό την διοίκησή του ολόκληρη σχεδόν την περιοχή από την Αιτωλοακαρνανία έως την Ήπειρο.
29 Μαΐου 1453. Εάλω η Πόλις…
Ο τελευταίος αυτοκράτορας του Βυζαντίου,
ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, αρνήθηκε να συνθηκολογήσει και να παραδώσει εθελοντικά τη διοίκηση της Κωνσταντινούπολης στους εχθρούς, έστω κι αν έβλεπε την επερχόμενη καταστροφή.Αρνήθηκε επίσης να εγκαταλείψει την πόλη, όπως του συνιστούσαν οι συγκλητικοί και ο πατριάρχης. «Μπορεί η απομάκρυνσή μου να είναι ευνοϊκή για μένα», απάντησε, «μου είναι όμως αδύνατο να φύγω. Πώς να αφήσω τις εκκλησίες του Κυρίου μας και το θρόνο και το λαό μου σε τέτοιο κακό;».Το ήθος αυτό είχε προφανώς διδαχθεί από την πολύτεκνη και καλλίτεκνη μητέρα του αυτοκράτειρα Ελένη, σύζυγο του Μανουήλ Β’ Παλαιολόγου (1349-1425), η οποία ανέθρεψε έξι αγόρια και δύο κορίτσια.
Κωνσταντίνος, υιός Ελένης, ίδρυσε την Κωνσταντινούπολη και
Κωνσταντίνος, υιός Ελένης έπεσε μαχόμενος υπέρ της πόλεως αυτής….
Η αυτοκράτειρα Ελένη είναι η μετέπειτα μοναχή και αγία Υπομονή. Η μνήμη της Οσίας και Θεοφόρου μητρός ημών Υπομονής, τελείται τη 13η Μαρτίου και 29η Μαΐου.