Δόμνα Βιζβίζη. Η Θρακιώτισσα Ηρωίδα που την ξέχασε το Ελληνικό κράτος
(Αφιερωμένο στις χιλιάδες ξεχασμένους αγωνιστές της Θράκης)
“Η ευπειθεστάτη πατριώτισσα και δούλη, Δόμνα Βισβίζη“… Η υπογραφή της σεμνής Θρακιώτισσας ηρωϊδας.
Το μεγαλοπρεπές και επιβλητικό πλοίο της οικογένειας Βισβίζη, η “ΚΑΛΟΜΟΙΡΑ”, που προκαλούσε τον τρόμο και φόβο του Τουρκικού στόλου.
Πράγματι η προσφορά της Δόμνας Βισβίζη στην πολιορκία της Εύβοιας ήταν σημαντική. Και αυτό βεβαιώνεται από τους προκρίτους της Εύβοιας που σε μια επιστολή τους αναφέρουν «…ο μακαρίτης σύζυγός της, ζων, και αυτή μετά τον θάνατον εκείνου, εις την νήσον Εύβοιαν κατά το βόρειον μέρος, με ειλικρίνειαν και πατριωτικόν ζήλον, χωρίς να παρακούσωσι τας προσταγάς, εδούλευσεν με το πλοίον του». Και από άλλα πολλά έγγραφα που διασώθηκαν επιβεβαιώνεται η μεγάλη προσφορά του ζεύγους Χατζηαντώνη και Δόμνας Βισβίζη στον μεγάλο αγώνα. Στο υπ΄ αριθμ. 17293/15.8.1922 έγγραφο του Αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου Άνθιμου Γαζή, μεταξύ των άλλων αναφέρεται: «…ο φιλογενέστατος Καπετάνιος Χατζή Αντώνιος Βισβίζης με το καράβι του από αρχάς Απριλίου του 1822, δεύτερον έτος της ελευθερίας, μέχρι τέλους Ιουλίου εδούλευεν εις τον Άρειον Πάγον και μετά πάσης προθυμίας και πίστεως, ως ουδείς άλλος, περιπλέων αδιαλείπτως το Βόρειον στενόν της Ευβοίας και καταπολεμών τον εχθρόν εις τε την Στυλίδα, Θερμοπύλας και Εύριπον και εις τα Βρυσάκια, ρίπτων ακαταπαύστως κανόνια με τα ίδια του εφόδια πολεμικά και φανείς ευδόκιμος εν πάσι, γίνεται δήλον…». Αλλά και ο ίδιος ο Οδησέας Ανδρούτσος σε έγγραφό του περί των υπηρεσιών του Καπετάν Αντ. Βισζβίζη που έγραψε στη Λιβάδα στις 13 Μαϊου 1822, γράφει μεταξύ των άλλων:«…Εκ τούτου φανερώνω ότι ο Καπ΄ Αντώνης Βιζβίζης ευρισκόμενος εις Λιβάθα με το πλοίον του, το εις την πολιορκίαν στρατόπεδόν μας έχων μεγαλωτάτην ανάγκην τόσον από τροφάς όσον και από πολεμοφόδια μας έδωσεν ο ρηθείς 3, τρία κανόνια του κάμπου, διακοσίας πενήντα επτά οκ΄΄ Μπαρούτι, πεντακόσια δεκάρια φυσέκια ντουφεκιών, πενήντα μπάλας των κανονιών, εννενήντα μπάλες γρανάτες, εικοσιπέντε σακέτα μπάλα μιδραλία, εβδομήντα πέντε κα΄΄ παξιμάδι και πεντακόσια εξήντα οκ΄΄ αλεύρι και υπεσχέθη να μας οικονομίση και άλλα, αν λάβωμεν χρείαν. Και ούτω εκρατήσαμεν την πολιορκίαν πάλιν και εστάθημεν επειδή είμεθα έτοιμοι να σκορπίσωμεν όλοι. Διό δίδεται το παρόν δια να έχη να παρρησιασθή εν καιρώ εις το Γένος δια ταύτην του την δούλευσιν και τον πατριωτισμόν».
Όμως ο καιρός περνά και τα γρόσια αρχίζουν εξανεμίζονται. Τα έξοδα για τη διατήρηση σε διαρκή πολεμική ετοιμότητα ενός καραβιού με 16 κανόνια και 140 ναύτες είναι δυσβάσταχτα. Η κάσα της Καπετάνισσας είναι πια άδεια. Και παρά την πλειάδα εγγράφων και συστατικών επιστολών που έχει για την προσφορά του άνδρα της και της ιδίας στον αγώνα κανείς δεν ενδιαφέρεται για τις ανάγκες του σκάφους της και των πολεμιστών του. Τον Σεπτέμβριο του 1824 η“Καλομοίρα” περνά στα χέρια του Κράτους, καθώς η Δόμνα Βισβίζη αναγκάζεται να την παραχωρήσει. Συγκεκριμένα στα τέλη του 1823 οι Υδραίοι ζητούν από την Δόμνα το πλοίο της για τις ανάγκες του υδραίικου στόλου και χωρίς δεύτερη σκέψη η Δόμνα παραχωρεί την «Καλομοίρα» για να χρησιμοποιηθεί σαν πυρπολικό «μ΄ όλα τ΄ αναγκαία εξοπλισμένον», ενώ τα άλλα πλοία που προσέφεραν για τον ίδιο σκοπό ήταν «γυμνά τε και πάντων υστερημένα πλοία». Το τέλος της «Καλομοίρας», του πλοίου που όργωσε τις θάλασσες και απετέλεσε απρόσιτο φρούριο και φόβος και τρόμος των Τούρκων, ήταν εξίσου ηρωικό και επάξιο της καπετάνισσάς του! Με το πλοίο αυτό το 1924 ο Πιπίνος έκαψε τη Τουρκική φρεγάτα του Χαζνέ Γκεμνισί.
Η υπέροχη αυτή γυναίκα που έδωσε τον άνδρα της, το καράβι της, άδειασε γενναιόδωρα τη γεμάτη χρυσό κασέλα της, αφιέρωσε την ικμάδα της νιότης της αναζητώντας πατρίδα και λευτεριά, παράτησε έρημα σπίτια και ακίνητα στα χέρια του Τούρκου, έμεινε ολομόναχη να συντηρήσει και να αναθρέψει σε ξένο τόπο τα παιδιά της. Την παρακολουθούμε μέσα από έγγραφα που σώθηκαν στα ελληνικά αρχεία – να τριγυρνά από τόπο σε τόπο, την Ερμιόνη, το Ναύπλιο, την Ερμούπολη της Σύρου στερημένη, περιφρονημένη, άστεγη με τα πέντε παιδιά της, να προστρέχει “εις το έλεος της σεβαστής επιτροπής της Ελλάδας” και να ζητά βοήθεια»…
Το 1924 την βρίσκει χωρίς το καράβι της, πάμπτωχη, με τα πέντε ορφανά της «…υστερούμενα και αυτού του επιούσιου…. Μη έχουσα ούτε οίκον, ούτε μίαν πατρίδα, ούτε τα λοιπά αναγκαία» στην αρχή για λίγο στην Ύδρα και τη Σύρα και στη συνέχεια στο Ναύπλιο. Εκεί αναγκάζεται για να επιβιώσει να ζητήσει βοήθεια από τη Διοίκηση με την ελπίδα ότι «δεν θέλει αφήσει εγκαταλελειμμένα και απροστάτευτα τα υπέρ της πατρίδος αποθανόντος πατρός τέκνα, και εξοδεύσασα και όλη του την περιουσία, αλλά θέλει χορηγήσει εις αυτά τα προς το ζην αναγκαία από την πικράν ορφανίαν των και σκληράν δυστυχίαν, δια να παρακινώνται και οι λοιποί ομογενείς εις τον Ιερόν τούτον αγώναν αλύπως, βλέποντες την Διοίκησιν προστάτην των ορφανών και χηρών». Αλλά η Διοίκηση κωφεύει και αδιαφορεί!
«…Γνωρίζω ότι φαίνομαι όχι μόνον οχληρά και βαρετή, αλλά και τολμηρά. Ανάγκη όμως μεγίστη μ΄ αναγκάζει και μάλλον με βιάζει! Κατ΄ ανάγκη λιμού, λιμοκτονίας και άκρας πτωχείας κατήντησα κλινήρης εις τόπον ξένον, μακράν των δυστυχών μου ορφανών και ανηλίκων. Δεν είμαι εις κατάστασιν να επιστρέψω εις αυτά, επειδή έμεινα έρημος και αυτής της εφημέρου τροφής στερούμενη, κινδυνεύομεν να αποθάνομεν από την πείναν! Επί Μάρτυρι Θεώ δεν έχω καν τα αναγκαία μου έξοδα να επιστρέψω προς την ατυχή οικογένειά μου…. Ο πατήρ των ανηλίκων ορφανών μου εθυσίασεν και ζωήν και κατάστασιν υπέρ του έθνους, τα παιδιά του λιμοκτονούν, πεθαίνουν από την πείναν! Το έθνος δεν ευσπλαγχνίζεται; Κινδυνεύουν και εντός ολόγου χάνονται…. Προστρέχω προς την έμφυτον φιλανθρωπίαν σας, θερμώς παρακαλούσα όπως μοι γίνη καν μικρά εξοικονόμησις, ίνα περιθάλψω και δυνηθή ανακουφίσω τα τέκνα μου και προλάβω αυτά πριν, ή εκ της λιμοκτονίας εξοντωθώσι. Της εξοχότητός της δούλη, η δυστυχής χήρα Δόμνα Βισβίζη».
Kαι η βοήθεια κάποια στιγμή ήρθε. Κάποιοι φρόντισαν να βγάλουν για την καπετάνισσα μια μικρή σύνταξη μόλις τριάντα (30) δραχμών το μήνα. Τόσο αξιολόγησαν τη μεγάλη της προσφορά στον αγώνα! Όμως οι 30 αυτές δραχμές το μήνα ήρθαν ν΄ ανακουφίσουν τη φτώχια της Δόμνα στη Μύκονο, όπου έζησε μέχρι το 1832. Μετά έφυγε και πήγε στη Σύρα, όπου έμεινε μέχρι το 1845 για να καταλήξει γερόντισσα, ξεχασμένη απ΄ όλους και πικραμένη και να πεθάνει στον Πειραιά, πάμπτωχη και εγκαταλελειμμένη σε ηλικία 66 ετών! Αυτή ήταν η ανταμοιβή της για την προσφορά και τη θυσία του συζύγους της και της ιδίας στον μεγάλο του γένους αγώνα για την απελευθέρωση της πατρίδας. Όχι βέβαια της δικής της πατρίδας, γιατί η αγαπημένη της Αίνος ουδέποτε ανάσαινε της λευτεριάς αγέρα. Και όπως έλεγε και η ίδια: « ….Η Αίνος, λοιπόν, και συγχωράτε με που όλη ώρα μιλώ για τον τόπο μου, μα έτσι γίνεται σαν αγαπάς κάτι πολύ, και την Αίνο την αγαπώ. Και τη στερήθηκα, όσο λέω πως τώρα, να ήρθεν η ώρα να γυρίσω πίσω, τόσο μου βγαίνουν εμπόδια. Κι είναι και τούτη η πίκρα πως ο τόπος μου μένει πάνω εκεί αλύτρωτος ακόμα..».
Η Δόμνα Βιζβίζη μέσα στην αρρώστια και στη δυστυχία της, δεν σταμάτησε ποτέ να ενδιαφέρεται και για το μέλλον των παιδιών της. Κυρίως όμως για τον πρωτότοκο γιος της, τον Θεμιστοκλής, για τον οποίο ζήτησε μια συστατική επιστολή απ΄ τη Διοίκηση για να τη δώσει στον Γ. Δρακάτο, ο οποίος της υποσχέθηκε ότι θα τον έπαιρνε μαζί του στο Λονδίνο, ύστερα από παράκληση της μητέρας του «…Δια να ωφεληθή και ο παις μου και ωφελήση και την πατρίδα του», όπως του έλεγε. Όταν το 1824 ήλθε στην Ελλάδα, ως απεσταλμένος του Φιλελληνικού Συλλόγου των Παρισίων, ο Γάλλος στρατηγός Ρος, για να πάρει μαζί του μερικά Ελληνόπουλα, τα οποία θα σπούδαζαν με υποτροφία στη Γαλλία, μεταξύ των 10 συνολικά επιλεγέντων, κατά προτίμηση από τους απογόνους των ονομαστών αγωνιστών της Επανάστασης, όπως του Κανάρη, του Γιαννίτση, του Μπότσαρη, του Μπαλάσκα και άλλων, με τη φροντίδα του Γ. Δρακάτου συμπεριλήφθηκε και ο μεγαλύτερος και ομορφότερος γιος του Χατζηαντώνη και της Δόμνας Βισβίζη, ο 12χρονος Θεμιστοκλής, ο οποίος, όταν έφθασε στη Γαλλία, έγινε το αγαπημένο παιδί των φιλελληνικών κύκλων των Παρισίων και έτυχε της ιδιαιτέρας προστασίας της κυρίας Ρεκαμιέ και της επί Ελληνική καταγωγή καυχώμενης δούκισσας Νταμπρεντές, ενώ η Γαλλίδα καλλιτέχνης Αδέλα Ταρντιέ φιλοτέχνησε την προσωπογραφία του, η οποία κυκλοφόρησε τότε σε χιλιάδες δελτάρια σε ολόκληρη τη Γαλλία, ως αντιπροσωπευτική μορφή Ελληνόπουλου. Γνωστά έγιναν από τους Φιλέλληνες στην Ευρώπη κι έτσι μαθεύτηκαν τ΄ όνομά της και το έργο της παντού, τα λόγια του αποχωρισμού προς τον γιό της, όταν έφευγε για το Παρίσι: «Παιδί μου! Πρόκειται να υιοθετηθείς και να ανατραφείς από την γαλλική γενναιοδωρία. Όταν θα μεγαλώσεις, ίσως να μην ζω πια. Στοχάσου τότε, ότι έχεις να εκδικηθείς τον θάνατο του πατέρα σου». Και σαν να το ήξερε η Καπετάνισσα, ο γιος της μετά από λαμπρές σπουδές στο Παρίσι, επέστρεψε στην Ελλάδα και πρόκοψε! Το 1842 διορίσθηκε ακόλουθος στο υπουργείο των Εξωτερικών ενώ το 1845 ανέλαβε την ανώτατη θέση του διοικητή της Νάξου. Την προτομή του στη παραλία της Αλεξανδρούπολης, δίπλα στη προτομή της μάνας του και κάτω από το ηρώο των Βιζβίζιδων, φιλοτέχνησε ο γλύπτης Γιώργος Δημητριάδης ο Αθηναίος (1880-1941).
Η προτομή του Θεμιστοκλή Αντωνίου Βισβίζη στη παραλιακή λεωφόρο της Αλεξανδρούπολης. Φιλοτεχνήθηκε από τον γλύπτη Γιώργο Δημητριάδη τον Αθηναίο (1880 – 1941).
Η ηρωική στάση της , η αντρίκια παλικαριά της, η αγέρωχη αντιμετώπιση της μοίρας στις κρίσιμες στιγμές της ζωής της και του αγώνα, την αναδεικνύουν πρόσωπο πρωταγωνιστικό. Την υψώνουν σε δυσθεώρητα μεγέθη και την κατατάσσουν τουλάχιστον στην ίδια θέση με την Μπουμπουλίνα και την Μαντώ Μαυρογένους. Πέθανε το 1850. Ήταν Αρχόντισσα! Ήταν Καπετάνισσα. Ήταν Ηρωίδα! Ίσως για αυτό και να την παραμμέλησε η Ελληνική Πολιτεία. Άλλωστε, είναι γνωστό ότι, ” ……οι ήρωες χρειάζονται μόνο την εποχή του πολέμου! Είναι επικίνδυνοι στην εποχή της ειρήνης”!
Βιβλιογραφία:
Σωτηρίας Ι. Αλιμπέρτη: «Αι Ηρωϊδες τη Ελληνικής Επαναστάσεως», έκδοση Στ. Ταρουσόπουλου, Αθήνα 1933.
Μανώλη Τασούλα: «Δόμνα Βισβίζη. Τα έδωσε όλα αλλά η πατρίδας την ξέχασε», Ελευθεροτυπία 2 Μαϊου 1989.
Γκέρτσου – Σαρρή Άννα: «Μ΄ ενάντιους ανέμους», εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ 1996.
Ευθυμιάδης Απόστολος: «Η Συμβολή της Θράκης εις τους απελευθερωτικούς αγώνας του Έθνους», Αλεξανδρούπολη 2005.
«Τα Νίτικα»: Περιοδική έκδοση του Συλλόγου «Ελληνομουσείον Αίνου», Αλεξανδρούπολη (τεύχος 2 – 2006).
Θρακικά, τόμος Γ΄ παράρτημα, τόμος 27ος, τόμος 2ος.
.
πηγή: ordoumpozanis-teo.blogspot.com
.
Πουλάκι πόθεν έρχεσαι, πουλάκι γι΄ αποκρίσου
μην είδες και μην άκουσες για την κυρά Δομνίτσα
την όμορφη, τη δυνατή, την αρχικαπετάνα,
πούχει καράβι ατίμητο και πρώτο μεσ’ στα πρώτα,
καράβι γοργοτάξιδο, καράβι τιμημένο,
καράβι που πολέμησε στης Ίμπρος το μπουγάζι;
Και το πουλάκι στάθηκε και το πουλάκι λέει,
την είδα την απάντησα σιμά στο Αγιονόρος
τρεις μέρες επολέμαγε με δυο χιλιάδες Τούρκους
Καράβια εδώ, καράβια εκεί, καράβια παρά πέρα
και τούτη σαν τον αετό ώρμαγε και χτυπούσε
δεξιά ζερβά κι ανάστροφα κι όπου βολούσε ακόμα
κι άκουγες βόγγους δυνατούς και στεναγμούς μεγάλους
κι άκουγες κλάματα πικρά, κατάρες στην κατάρα
κι θάλασσες κοκκίνιζαν ως φέσια των αγάδων. (Δημοτικό ποίημα)
.
.
Πόσο πολύ υπερήφανος αισθάνομαι για τις Ηρωίδες και τους Ήρωες μας.
Όμως πόσο πολύ ντρέπομαι για τους πολιτικούς εκείνης της εποχής έως σήμερα.
Μοῦ ἀρέσειἌρεσε στοὺς 1 πρόσωπο
Καταπληκτικο κείμενο με ιστορικά ντοκουμέντα!
Γράφεις ομως: “το 1924 την βρίσκει χωρίς το καράβι της, πάμπτωχη, με τα πέντε ορφανά της «…υστερούμενα και αυτού του επιούσιου…. Μη έχουσα ούτε οίκον, ούτε μίαν πατρίδα, ούτε τα λοιπά αναγκαία» στην αρχή για λίγο στην Ύδρα και τη Σύρα και στη συνέχεια στο Ναύπλιο.”
Προφανώς εννοείς 1824.
Θ.Γ
Μοῦ ἀρέσειΜοῦ ἀρέσει